Στο Κοκκάρι της Σάμου βρίσκεται το οινοποιείο Ελισαβίτη. Η εικόνα απεικονίζει τη δυτική όψη του εγκαταλειμμένου σήμερα κτηρίου παραγωγής οίνου. Μαρτυρεί την ιστορία της Σαμιώτικης οινοποιίας, άγνωστης στους περισσότερους. Βασική πηγή εισοδήματος για τη νεότερη Σάμο εκτός από τον τουρισμό είναι η καλλιέργεια της αμπέλου και η εμπορία των προϊόντων της. Η αμπελοκαλλιέργεια αποτελούσε ήδη από την Αρχαιότητα μια προσοδοφόρα οικονομική δραστηριότητα. Κατά τη μυθολογία, την αμπελοκαλλιέργεια δίδαξε στους αρχαίους Σαμιώτες ο Διόνυσος, ο οποίος λατρευόταν στο νησί, ενώ ο πρώτος οικιστής, ο Αγκαίος, ήταν δεινός αμπελουργός και οινοποιός. Εξάλλου ένα από τα δύο μεγάλα ορεινά συγκροτήματα της Σάμου ονομαζόταν Άμπελος, όπως και ένα μικρότερο βουνό κοντά στην αρχαία πόλη. Η καλλιέργεια του αμπελιού στη Σάμο τοποθετείται περίπου στο 1350-1330 π.Χ. Οι εξαγωγές του Σαμιώτικου κρασιού είναι πολύ σημαντικές και καλύπτουν το 80% της ετήσιας παραγωγής, που είναι περίπου 7.000 τόνοι κρασί. H Γαλλία από μόνη της εισάγει το 60% της παραγωγής του νησιού, ενώ άλλες χώρες που εισάγουν σημαντικές ποσότητες σαμιακών οίνων είναι η Αγγλία, η Αυστραλία ,η Αυστρία, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Γερμανία, η Δανία, η Ελβετία, οι ΗΠΑ, η Ιταλία, ο Καναδάς, η Ολλανδία, η Σιγκαπούρη, η Σουηδία, η Φινλανδία, οι Σκανδιναβικές χώρες και, προσφάτως, χώρες της Άπω Aνατολής, Κίνα και Ιαπωνία.