Το ιστορικό «Ελαιοτριβείο Βρανά» - το σημερινό Ελαιοτριβείο – Μουσείο της «Εταιρείας Αρχιπέλαγος» - είναι ένα από τα πρώτα ατμοκίνητα εργοστάσια της Λέσβου. Ξεκίνησε τη λειτουργία του στις 20 Νοεμβρίου του 1887 από τον παππού του μεγάλου μας ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, τον Βρανά Νικολάου, στο ανατολικό άκρο του Παπάδου και λειτούργησε αδιάλειπτα ως τις αρχές τις δεκαετίας του 1970. Αυτό έφερε την πρόοδο στο χωριό, έκανε το λάδι ισχυρό και εμπορεύσιμο προϊόν στην ευρύτερη περιφέρεια της ανατολικής Μεσογείου και άνοιξε δρόμους για να συνδεθεί ο Παπάδος με τις αγορές της Κωνσταντινούπολης και της θάλασσας του Μαρμαρά. Στη Λέσβο υπήρχαν περί τα 200 τέτοια εργοστάσια στις αρχές του 1900 - με τη Μικρασιατική Καταστροφή όμως έκλεισαν πολλά. Το ελαιοτριβείο ήταν, για τα μέτρα της εποχής του, ένα σημαντικό βιομηχανικό συγκρότημα που έσφυζε από ζωή, με τους εργάτες να πηγαινοέρχονται ασταμάτητα από το ένα μηχάνημα στο άλλο. Υπολογίζεται ότι στον χώρο παραγωγής την περίοδο της ελαιοκομίας εργάζονταν 10-12 άτομα, ενώ συνολικά οι απασχολούμενοι έφταναν τους είκοσι περίπου, ήτοι: δύο πετράδες στους μύλους, έξι στα πιεστήρια, ένας στις αντλίες, ένας για το μέτρημα του λαδιού. Σε αυτούς πρέπει να προσθέσουμε τον θερμαστή στο καζάνι, τον μηχανικό στο μηχανοστάσιο, τον φύλακα, τον διευθυντή και τον λογιστή. Υπήρχαν ακόμα και αρκετοί αχθοφόροι για τη μεταφορά των ελιών, του λαδιού και της πυρήνας από το χώρο παραγωγής στις αποθήκες. Στην κύρια αίθουσα παραγωγής γινόταν η σύνθλιψη του ελαιοκάρπου, η συμπίεση του ελαιοπολτού και ο διαχωρισμός του λαδιού από το νερό. Κοντά της βρισκόταν το μηχανοστάσιο και το λεβητοστάσιο και, στον διπλανό εξωτερικό χώρο, το καφενείο που χρησίμευε ως σπίτι του φύλακα και σημείο συνάντησης των εργατών. Στην εσωτερική αυλή που σχημάτιζαν τα κτήρια, δέσποζε η περίτεχνη και πανύψηλη καμινάδα. Σήμερα έχει μετατραπεί σε χώρο Μουσείου, Μελέτης και Έρευνας της βιομηχανικής ιστορίας αλλά και πρότυπο τυποποιητήριο βιολογικού ελαιολάδου.