Πρόκειται για μια εξαιρετική ασπρόμαυρη φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου (Λάρισα 1898-Αθήνα 1990). Η Βούλα Παπαϊωάννου έγινε μάρτυρας στον αποχαιρετισμό των στρατευμένων του 1940, στις ετοιμασίες της Αθήνας για την αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών και στη φροντίδα των πρώτων τραυματιών. Όταν η πείνα έπληξε την πρωτεύουσα, κατήγγειλε τη φρίκη του πολέμου με τις συγκλονιστικές μορφές των αποσκελετωμένων παιδιών. Μετά τον πόλεμο και στα πλαίσια της UNRA, περιοδεύει την Ελλάδα με σκοπό να συγκεντρώσει φωτογραφίες για τις συνθήκες ζωής των κατοίκων της υπαίθρου. Το 1952 υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας (ΕΦΕ) και της Διεθνούς Ομοσπονδίας Φωτογραφικής Τέχνης (FIAP), φτάνοντας το 1962 στον τιμητικό τίτλο Artist FIAP. Η Παπαϊωάννου εντάσσεται στο ρεύμα της «ανθρωπιστικής φωτογραφίας» που αναπτύχθηκε ως αντίδοτο της κατάλυσης των ανθρωπίνων αξιών εξαιτίας του πολέμου. Το έργο της εκφράζει την αισιοδοξία που επικρατούσε μετά τον πόλεμο για το μέλλον της ανθρωπότητας (από αφιερώματα εφημερίδων). Η συγκεκριμένη φωτογραφία απεικονίζει τρεις νεαρές μαυροντυμένες γυναίκες που συνοδευόμενες από δύο παιδιά (κορίτσια) περπατούν στους δρόμους του ερειπωμένου χωριού τους. Η φωτογραφία αποτελεί καταγγελία του άμαχου πληθυσμού για τα δεινά του πολέμου. Το παιχνίδι του άσπρου με το μαύρο μετατρέπει το στιγμιότυπο σε καλλιτεχνικό γεγονός.