Φωτογραφία του λόγιου και δημοσιογράφου, Ιωάννη Καμπούρογλους (Φανάρι Κωνσταντινούπολης, 1851 – Πόρος, 1903), γιου του δημοσιογράφου Γρηγορίου Καμπούρογλους, ιδρυτή της Εθνικής σκηνής και διευθυντή του εντύπου «Ευτέρπη», και της λογίας Μαριάννας Σωτηριανού-Γέροντα, κόρης του Άγγελου Γέροντα, η οποία επιμελείτο την έκδοση «Αθηναϊκά παραμύθια και παροιμίας». Οι ρίζες της οικογένειάς του βρίσκονται στην Ήπειρο και το πραγματικό επίθετό τους ήταν «Στρούμπος». Ένας από τους προγόνους του στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη ως «βεκίλης», δηλαδή βουλευτής ή αντιπρόσωπος, διακρίθηκε, παντρεύτηκε την κόρη γνωστής Φαναριώτικης οικογένειας και έμεινε εκεί. Ονομάστηκε «Καμπουρογλού», δηλαδή ο γιος του καμπούρη. Ασχολήθηκε με την ποίηση και έλαβε μέρος σε διάφορους ποιητικούς διαγωνισμούς, ώσπου το 1871 εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Η Ακρόπολη», με την οποία κέρδισε την πρώτη του διάκριση. Η προσφορά του στον χώρο των γραμμάτων ξεκίνησε μετά την επιστροφή του από τη Γερμανία και τη Γαλλία, όπου πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές. Αφού επέστρεψε στην Ελλάδα, ο Καμπούρογλους συνεργάστηκε με τον Δημήτριο Κορομηλά στην έκδοση της εφημερίδας «Εφημερίς» (1873-1879), ενώ το 1881 ίδρυσε την εφημερίδα «Νέα Εφημερίς». Μετέφρασε σαράντα ξένα διηγήματα ευρωπαίων συγγραφέων, όπως ο Χάινε, ο Σαρδού, ο Καλντερόν ντε λα Μπάρκα και ο Γκασπάρ, με το φιλολογικό ψευδώνυμο «Φλοξ». Δημοσίευσε επίσης κριτικά δοκίμια και συνέχισε να ασχολείται με την ποίηση μέχρι το τέλος της ζωής του. Το 1896 διορίστηκε Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο Εσωτερικών. Πέθανε στον Πόρο, ο οποίος από τους λογοτέχνες ονομάστηκε «νησί του Καμπούρογλους», αλλά τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στην Τήνο.