Πρόκειται για αναπαραγωγή έργου τέχνης, όπου απεικονίζεται ο Σπύρος Μελάς (1882 - 1966), δημοσιογράφος, συγγραφέας, δραματουργός, σκηνοθέτης και ιδρυτής θιάσων, εκδότης και ακαδημαϊκός. Εμφανίστηκε αρχικά ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες «Άστυ» και «Ακρόπολις», ενώ αργότερα διακρίθηκε ως χρονικογράφος και ως πολεμικός ανταποκριτής στους βαλκανικούς πολέμους, όπου πολέμησε ως λοχίας του πυροβολικού, και στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Στη συνέχεια, διετέλεσε αρχισυντάκτης των εφημερίδων «Χρόνος», «Νέα Ημέρα», «Πατρίς» κ.ά., διευθυντής της εφημερίδας «Δημοκρατία» (1924) και συνεργάτης πολλών άλλων («Εμπρός», «Η Καθημερινή», «Ελευθερία», «Εστία», «Το Βήμα» κ.ά.). Το 1948 εξέδωσε το περιοδικό «Ελληνική Δημιουργία». Παράλληλα, δραστηριοποιήθηκε στο χώρο του θεάτρου και συγκεκριμένα ίδρυσε το 1925 το Θέατρο Τέχνης και το 1929 συμμετείχε στην ίδρυση του θιάσου «Ελευθέρα Σκηνή», μαζί με τη Μαρίκα Κοτοπούλη και το Δημήτρη Μυράτ, όπου ανέλαβε και το ρόλο του σκηνοθέτη. Έγραψε αρκετά θεατρικά έργα, μεταξύ των οποίων είναι: «Ο γιος του ίσκιου», «Το χαλασμένο σπίτι», «Το κόκκινο πουκάμισο», «Το άσπρο και το μαύρο», «Παπαφλέσσας», «Ιούδας», «Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται», κ.ά. και εξέδωσε αρκετά βιβλία, όπως: «Από τα ταξίδια μου» (1916), «Το Εικοσιένα και η Κρήτη» (1930), «Ο Γέρος του Μωριά» (1931), «Ο Ναύαρχος Μιαούλης» (1932), «Ματωμένα ράσα» (1933), «Κουβέντες του Φορτούνιο» (1936), «Φλογισμένα πέλαγα» (1947), «Για ένα καινούριο θέατρο» (1956), «Η επανάσταση του 1909» (1957), «50 χρόνια θέατρο» (1960), «Νεοελληνική λογοτεχνία» (1963), «Ελληνική γενική ανθολογία» (1964) κ.ά. Το θεατρικό έργο του παρουσιάζει έντονα την επίδραση από τη δραματουργία του Ίψεν και τη φιλοσοφία του Νίτσε, ενώ ο προσανατολισμός της γραφής του είναι σαφώς κοινωνικός. Η πολυποίκιλη δραστηριότητά του κάλυψε χρονικά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, με αποκορύφωμα την ενεργό ανάμειξή του στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις της εποχής του. Με αφετηρία την προοδευτική πολιτική παράταξη οδηγήθηκε γύρω στο 1910 στο χώρο του σοσιαλισμού, στη συνέχεια στο κόμμα του Βενιζέλου και τέλος μέσω του περιοδικού Ιδέα στο χώρο του ελληνοκεντρικού ιδεοκρατισμού, τον οποίο ακολούθησε μια μερίδα της γενιάς του Τριάντα, όπου ανήκε και ο Γιώργος Θεοτοκάς. Το 1935 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας διετέλεσε πρόεδρος το 1959, αλλά η στροφή του προς την ιδεολογική συντήρηση προκάλεσε αντιφατικές γνώμες των συγχρόνων του για το πρόσωπό του.