Η εικόνα του 1860 παρουσιάζει Ρωμαίο στρατιώτη με την ενδυμασία του (στολή). Η στρατιωτική στολή των Ρωμαίων δεν ήταν φανταχτερή. Αποτελούνταν από σειρές με μεταλλικά ελάσματα. Είχαν επίσης ένα είδος φολιδωτής θωράκισης (μεταλλικές πλάκες περίπου 3 ίντσες μακριές και για μια ίντσα φαρδιές), συραμμένες πάνω σε λινάρι ή σε δέρμα). Η στολή τους περιλάμβανε τρία στρώματα. Ο εξοπλισμός τους αποτελούνταν από ασπίδα, κράνος, δυο ακόντια, κοντό ξίφος, στιλέτο, ένα ζευγάρι βαριά σανδάλια (έδειχναν το στρατιωτικό του αξίωμα), ένα πακέτο πορείας (αξίας δεκατεσσάρων ημερών των τροφίμων), φλασκί για νερό ή κρασί, εξοπλισμό μαγειρέματος, δυο πασσάλους για τη κατασκευή περιφράγματος και ένα φτυάρι. Οι λεγεωνάριοι έπρεπε να είναι Ρωμαίοι πολίτες κάτω από την ηλικία των 45 ετών. Στρατολογούνταν στη πρώτη λεγεώνα για είκοσι πέντε έτη υπηρεσίας: μια αλλαγή από την πρόωρη πρακτική της στρατολόγησης ήταν μόνο για τις εκστρατείες. Τα τελευταία πέντε έτη της θητείας του τα περνούσε ως παλαίμαχος με ελαφρύτερα καθήκοντα. Η λέξη στολή προέρχεται από το αρχαίο ρήμα στέλλω, που σημαίνει και «εξοπλίζω, ενδύω, ντύνω». Άλλα παράγωγα στην αρχαία ελληνική είναι η στολίς, δηλαδή ένδυμα, καθώς και το ρήμα στολίζω που διατηρεί τη σημασία του.