O Δημήτριος Ρόδιος (1862-1957) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους μουσικούς της γενιάς του. Αρχικά άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου το οποίο γρήγορα εγκατέλειψε για να αφιερωθεί στην μεγάλη του αγάπη τη μουσική. Ο πατέρας του, αν και αρχιτέκτονας, ήταν επιδέξιος κιθαρίστας και μετέδωσε στο γιο του την αγάπη για τη μουσική. Ο Δημήτριος Ρόδιος σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών και υπήρξε μαθητής του Αλέξανδρου Κατακουζηνού μελετώντας φωνητική και βιολί. Περί το 1900 αρχίζει να συνθέτει άσματα για αίθουσες και χορωδίες. Ωστόσο, πολύ γρήγορα διακρίθηκε ως ο πιο δημοφιλής συνθέτης και δημιουργός της Αθηναϊκής Καντάδας. Αναγνωρίσθηκε ως ένας από τους πρωτεργάτες του ελληνικού μελοδράματος και το όνομά του βρίσκεται δίπλα στους Ναπολέων Λαμπελέτ και Νικόλαο Κόκκινο. Ακόμα αφιέρωσε μεγάλο μέρος του έργου του στον εμπλουτισμό της εκκλησιαστικής μας μουσικής με αρμονικά ακούσματα. Η προσφορά του Δημήτριου Ρόδιου στο ελληνικό ελαφρό τραγούδι υπήρξε μεγάλη και πολλά από τα τραγούδια του ερμηνεύονται μέχρι σήμερα αποδεικνύοντας τη διαχρονικότητα της μουσικής του.