Στο παρόν μαθησιακό αντικείμενο απεικονίζεται ο Έλληνας αρχαιολόγος Μανόλης Ανδρόνικος, ο οποίος γεννήθηκε στην Προύσα στις 23 Οκτωβρίου 1919. Ο πατέρας του, Λεωνίδας, ήταν από τη Σάμο και η μητέρα του από την Ίμβρο. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή η οικογένειά εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το 1936, όπου προσωπικότητες όπως αυτή του καθηγητή Κωνσταντίνου Ρωμαίου, του κίνησαν σε πρώτο στάδιο το αρχαιολογικό του ενδιαφέρον. Ενώ ήταν φοιτητής, ο Ανδρόνικος εργάστηκε σαν βοηθός δίπλα στον Ρωμαίο στην ανασκαφή της Βεργίνας. Πραγματοποίησε πολλές ανασκαφικές έρευνες στη Βέροια, τη Νάουσα, το Κιλκίς, τη Χαλκιδική, τη Θεσσαλονίκη, αλλά το κύριο ανασκαφικό του έργο συγκεντρώθηκε στη Βεργίνα, όπου ανέσκαψε το σημαντικότατο νεκροταφείο τύμβων των γεωμετρικών χρόνων και συνέχισε σε συνεργασία με τον Γ. Μπακαλάκη την ανασκαφή του ελληνιστικού ανακτόρου που είχε αρχίσει το 1937 ο Κ. Α. Ρωμαίος, εκ μέρους του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Η κορυφαία στιγμή της καριέρας του θεωρείται η 8η Νοεμβρίου 1977, όταν στη Βεργίνα έφερε στο φως ένα από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά μνημεία, τον ασύλητο μακεδονικό τάφο ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας. Διατύπωσε την άποψη ότι στο μνημείο αυτό τάφηκε ο Φίλιππος Β΄, βασιλιάς της Μακεδονίας (359-336 π.Χ.). Στο εσωτερικό του τάφου διασώζονταν πολυάριθμα ευρήματα, μεταξύ των οποίων και αξιόλογα έργα τέχνης, τα οποία εκτίθενται στη Μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας. Η ταυτότητα του νεκρού παραμένει αμφισβητούμενη, η σημασία του μνημείου αυτή είναι αναμφισβήτητη και θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 20ού αιώνα σε παγκόσμιο επίπεδο. Το 1992 του απονεμήθηκε ο Μεγαλόσταυρος του Φοίνικος. Mόνιμος κάτοικος Θεσσαλονίκης, πέθανε στις 30 Μαρτίου 1992.