(Γιώργος Ν. Δερμάτης,  Περιοδικό «Επτά ημέρες», Εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 6-7 Ιανουαρίου 1996)

·        ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΑ ΟΡΥΚΤΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΛΕΥΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

(«ΕΛΛΑΣ- Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΠΑΡΧΕΣ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ», Τόμος δεύτερος, Εκδοτικός Οργανισμός ΠΑΠΥΡΟΣ, 1998)

(Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ-ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ», τόμος 41)

(Από την Εγκυκλοπαίδεια «ΕΛΛΑΔΑ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ», 1ος τόμος, Εκδόσεις: Παγκόσμια Σύγχρονη Παιδεία-Μαλλιάρης, Αθήνα, 1982)

(Από το βιβλίο «Μαθαίνω με τον Ντίσνεϋ στην ύπαιθρο», Μετάφραση Μαρία Τζουβέλη, Εκδ. Γ. Αξιωτέλλης και Σια ΕΠΕ)

(Παυσανίου «Ελλάδος Περιήγησις-Αττικά», 1ος τόμος, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 2002)

(Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», 21 Μαΐου 2004)

 

 

 

 

 

 

 

ΝΕΩΤΕΡΟ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΟ ΛΑΥΡΙΟ-Η ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΣΕ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ

(Γιώργος Ν. Δερμάτης,  Περιοδικό «Επτά ημέρες», Εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 6-7 Ιανουαρίου 1996)

 

Στο Λαύριο, εκείνο που νιώθεις πρώτιστα είναι η απόλυτη κυριαρχία του ήλιου στο Σούνιο και το σκοτάδι των στοών ως φυσική ζωή των μεταλλωρύχων. Από τον 6ο μ.Χ. αι. και μέχρι το 1865, ο Πλούτωνας είχε βασιλεύσει και πάνω στη γη της Λαυρεωτικής.

Ο Άδωνις του Λαυρίου αποδείχθηκε ότι ήταν ο βουερός άνεμος της βιομηχανίας. Το αναγεννητικό της πνεύμα ενσάρκωνε ο μεταλλειολόγος Α. Κορδέλλας, ο οποίος το 1860, επισκεπτόμενος το Λαύριο, γίνεται ο εμπνευστής του.

Το 1863 ο Ιταλός Ι.Β. Σερπιέρι, γνώστης των επιστημονικών εκθέσεων του Α. Κορδέλλα για την αξιοποίηση των αρχαίων σκουριών, έρχεται στο Λαύριο και το 1864 ιδρύει στη θέση Εργαστήρια, την ιταλογερμανική εταιρία Roux-Serpieri-Fressynet.

Το 1865, ύστερα από τόσους αιώνες, παράγεται πάλι στο Λαύριο αργυρούχος μόλυβδος και αποτελεί τη γενέθλιο χρονολογία του νεώτερου Λαυρίου.

Το βιομηχανικό σφρίγος, αργότερα, της ελληνικής (1873) και της γαλλικής (1875) εταιρίας είχε δημιουργήσει την πολυάνθρωπη πόλη του νεώτερου Λαυρίου που συγκέντρωνε το 1900 –σύμφωνα με σχετική έκθεση- 9.000 εργατικό προσωπικό.

Η βοή της πόλης ακούγεται δυνατά. Ήχοι μηχανών, οι φωνές των ανθρώπων, Ελλήνων, Ιταλών και Ισπανών εργατών, κτύποι σφυριών, ο θόρυβος του τρένου στις ράγες, το σφύριγμά του αλλά και το σφύριγμα των πλοίων, η πλήθουσα αγορά, η μουσική απ’ τις φιλαρμονικές που ακούστηκαν όχι μόνον στο Λαύριο αλλά και στο Παναθηναϊκό Στάδιο στην τελετή της πρώτης Ολυμπιάδας το 1896.

Η αυθαίρετη ιδιοποίηση των εκβολάδων (αρχαία μεταλλευτικά κατάλοιπα) από την ξένη εταιρία και η σύγκρουσή της με το ελληνικό Δημόσιο, δημιουργεί το περιβόητο «λαυρεωτικό ζήτημα» που συντάραξε το Πανελλήνιο.

Το 1873, η εταιρία Roux-Serpieri-Fressynet αγοράζεται από τον Α. Συγγρό, εκπρόσωπο της Τράπεζας Κωνσταντινούπολης, και μετονομάζεται σε Εταιρία των Μεταλλουργείων Λαυρίου (ελληνική). Στη συνέχεια, ξεσπά το χρηματιστηριακό σκάνδαλο με ραγδαία υποτίμηση των μετοχών της ελληνικής εταιρίας. Ο Ι.Β. Σερπιέρι ιδρύει το 1875 την Compagnie Francaise de Mines du Lauriunm (γαλλική) με πρωτεύοντα ρόλο την εκμετάλλευση των μεταλλείων του Λαυρίου.

Το 1917 η ελληνική εταιρία περικόπτει τις εργασίες της και το 1930 εκποιεί τις εγκαταστάσεις της. Αντίθετα, η γαλλική εταιρία λειτούργησε μέχρι το 1982, οπότε νοίκιασε τις εγκαταστάσεις στην Ελληνική Μεταλλευτική-Μεταλλουργική Εταιρία η οποία το 1989 κλείνει οριστικά και ως μεταλλουργία.

Η ελληνική και η γαλλική εταιρία παρήγαγαν αργυρούχο μόλυβδο και τα υποπροϊόντα του. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η γαλλική εταιρία παρήγαγε στο Λαύριο και άργυρο.

Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, το Λαύριο είναι από τα σπουδαιότερα μεταλλευτικά-μεταλλουργικά κέντρα της Ευρώπης.

 

 

ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΑ ΟΡΥΚΤΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΛΕΥΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

(«ΕΛΛΑΣ- Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΠΑΡΧΕΣ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ», Τόμος δεύτερος, Εκδοτικός Οργανισμός ΠΑΠΥΡΟΣ, 1998)

 

Ο ορυκτός πλούτος ποικίλλει από χώρα σε χώρα, στην Ελλάδα όμως είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου άρχισε ήδη στους αρχαίους χρόνους (π.χ. χρυσωρυχεία του Παγγαίου, μεταλλεία Λαυρίου, πεντελικό κ.ά.), αλλά εντάθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο συνολικός ορυκτός πλούτος μιας χώρας αποτελείται από έναν συνδυασμό πηγών ενέργειας ή ορυκτών.

Βωξίτες:

Οι βωξίτες είναι τα  κύρια πετρώματα, από την επεξεργασία των οποίων παράγεται το αλουμίνιο. Οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις βωξιτών στον ελλαδικό χώρο, εντοπίζονται στις γεωτεκτονικές ζώνες Γκιώνας-Παρνασσού και Ανατολικής Ελλάδας. Η εξόρυξη βωξιτών τροφοδοτεί έναν ιδιαίτερα σημαντικό κλάδο της εθνικής οικονομίας.

Μεταλλεύματα νικελίου:

Το νικέλιο είναι ένα μεταλλικό χημικό στοιχείο, που χρησιμοποιείται κυρίως στην παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα και ειδικών κραμάτων. Στην Ελλάδα, τέτοια μεταλλεύματα συναντούνται κυρίως στη Σκύρο, την κεντρική Εύβοια, την Πάρνηθα τη Λοκρίδα, την Καστοριά και την Έδεσσα. Η κυριότερη θέση εξόρυξής τους βρίσκεται στη Λάρυμνα της Λοκρίδας, όπου δραστηριοποιείται η εταιρία ΛΑΡΚΟ.

Μικτά θειούχα μεταλλεύματα:

Περιλαμβάνουν διάφορες οικονομικά εκμεταλλεύσιμες θειούχες ενώσεις. Τα κυριότερα ελληνικά κοιτάσματα τέτοιων μεταλλευμάτων εντοπίζονται στις μεταμορφωμένες μάζες της Ροδόπης, της Αττικής και των Κυκλάδων.

Κοινά σιδηρομεταλλεύματα:

Ο μεταλλικός σίδηρος είναι το φθηνότερο μέταλλο και με τις περισσότερες εφαρμογές, σημαντικότερη από τις οποίες είναι η παραγωγή χάλυβα και χυτοσίδηρου. Από τα κυριότερα ορυκτά που αποτελούν μεταλλεύματα του σιδήρου στην Ελλάδα, είναι ο μαγνητίτης, ο λειμονίτης και ο αιματίτης. Τα μαγνητικά και λειμονιτικά-αιματιτικά κοιτάσματα της Σερίφου, βρίσκονταν υπό εκμετάλλευση από το 19ο αιώνα μέχρι το 1961. Το ορυκτό δυναμικό του ελλαδικού χώρου σε σιδηρομεταλλεύματα είναι σε μεγάλο βαθμό διάσπαρτο, γι’ αυτό και παραμένει ανεκμετάλλευτο.

 

 

ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΛΑΤΟΜΕΥΣΗ

(Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ-ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ», τόμος 41)

 

Μεταλλευτική, με την ευρεία έννοια του όρου, είναι η εκσκαφή ποικίλων ορυκτών υλικών από το στερεό φλοιό της Γης. Οι πρώτες εκμεταλλεύσεις  πυριτόλιθου και παρεμφερών πετρωμάτων ανάγονται στη Νεολιθική Εποχή. Τα κυριότερα εργαλεία των πρωτόγονων λατόμων ήταν κεράτινες αξίνες και λίθινα σφυριά. Η εξόρυξη του χαλκού άρχισε από την Ύστερη Νεολιθική Εποχή στη νοτιοδυτική και στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Πιθανολογείται ότι κατά τη μεταβατική προς την Εποχή του Χαλκού περίοδο, άρχισε η συστηματική εκμετάλλευση μεταλλευμάτων σε διάφορες περιοχές της κεντρικής Ευρώπης. Οι ανασκαφές έχουν πιστοποιήσει την ύπαρξη σημαντικών υπόγειων μεταλλείων.

Τα χρόνια που ακολούθησαν το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελλάδα, όπως και πολλές άλλες χώρες, ακολούθησε ένα στάδιο εκβιομηχάνισης και οικονομικής ανάπτυξης, στα πλαίσια του οποίου σημειώθηκε αύξουσα τάση εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου της χώρας με την εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων και με την ανανέωση και βελτίωση του μηχανολογικού εξοπλισμού.

Η σύγχρονη ελληνική μεταλλευτική βιομηχανία χαρακτηρίζεται από μια μικρή πετρελαϊκή εκμετάλλευση (πετρέλαια Πρίνου), έξι μεταλλευτικά-μεταλλουργικά συγκροτήματα (Αλουμίνιο της Ελλάδας, Λάρκο, Σκαλιστήρη, Πτολεμαΐδα-Μεγαλόπολη, Σιδηροκράματα, Αμίαντος Ξιδανίου) και πολλά, σχετικά μικρά, μεταλλεία που παράγουν κυρίως συμπυκνώματα.

Ένα ορυχείο περιλαμβάνει πάντοτε: μέτωπα εξόρυξης, υποδομή προσπέλασης αυτών των μετώπων, εξοπλισμό αποκόμισης του μεταλλεύματος, εργοστάσιο πρωτοβάθμιας επεξεργασίας, συγκρότημα υπηρεσιών συγκεντρωμένων στην επιφάνεια. Σε όλα τα ορυχεία, το μετάλλευμα που έχει εξορυχτεί, πρέπει να υποστεί επεξεργασία για να γίνει εμπορεύσιμο.

 

 

ΟΡΥΚΤΑ ΚΑΙ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

(Από την Εγκυκλοπαίδεια «ΕΛΛΑΔΑ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ», 1ος τόμος, Εκδόσεις: Παγκόσμια Σύγχρονη Παιδεία-Μαλλιάρης, Αθήνα, 1982)

 

Από την αρχαιότητα ακόμη, ήταν γνωστό ότι σε πολλές περιοχές του ελληνικού χώρου υπήρχαν χρήσιμα ορυκτά. Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης και άλλοι, αναφέρονται στη χρησιμότητα των ελληνικών ορυκτών, κυρίως για μεταλλευτικούς σκοπούς.

Όταν λέμε «ορυκτά, εννοούμε τα φυσικά συστατικά από τα οποία αποτελείται ο στερεός φλοιός της γης. Τα ορυκτά δεν είναι τίποτε άλλο από χημικές ενώσεις ή ακόμη και καθαρά χημικά στοιχεία που υπήρχαν στη φύση. Διαφορετική είναι η σημασία του όρου «πετρώματα». Τα πετρώματα είναι ομογενείς μονάδες, μικρής ή μεγάλης έκτασης, οι οποίες αποτελούνται από ορυκτά. Κάθε πέτρωμα έχει μια συγκεκριμένη σύσταση, ενώ μερικές φορές μπορεί να αποτελείται από ένα μόνο ορυκτό. Τα πετρώματα δηλαδή είναι οι φορείς των ορυκτών.

Πολλές φορές μέσα στα πετρώματα παρατηρούνται συγκεντρώσεις χρήσιμων για τον άνθρωπο ορυκτών, των οποίων μπορεί να γίνει οικονομική εκμετάλλευση. Σ’ αυτήν την περίπτωση, τις συγκεντρώσεις αυτές τις ονομάζουμε «κοιτάσματα». Στην περίπτωση όμως που δεν μπορούμε να εκμεταλλευτούμε μια συγκέντρωση χρήσιμου ορυκτού, επειδή αυτό είναι οικονομικά ασύμφορο, τότε αυτή η συγκέντρωση χαρακτηρίζεται απλά ως «εμφάνιση».

Στην περίπτωση που από ένα κοίτασμα εξάγονται ένα ή περισσότερα μέταλλα, τότε χρησιμοποιούμε τον όρο «μετάλλευμα». Στην περίπτωση που δεν εξάγεται μέταλλο αλλά άλλο στοιχείο, ή το υλικό πηγαίνει κατευθείαν στη βιομηχανία για διάφορους σκοπούς, χρησιμοποιούμε τον όρο «βιομηχανικά ορυκτά».

 

 

ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΕΝΑ ΟΡΥΧΕΙΟ

(Από το βιβλίο «Μαθαίνω με τον Ντίσνεϋ στην ύπαιθρο», Μετάφραση Μαρία Τζουβέλη, Εκδ. Γ. Αξιωτέλλης και Σια ΕΠΕ)

 

Εξόρυξη λέγεται η εκσκαφή (που γίνεται με στειλιάρια), γαλαρίες και στοές ή ακόμη και πάνω στην επιφάνεια του εδάφους, με σκοπό την εξόρυξη ορυκτών καυσίμων (κάρβουνο, πετρέλαιο, λιγνίτη), μεταλλευμάτων (σίδηρο, χαλκό, χρυσό), άλατα και άλλα.

Εξαιτίας της ποικιλίας των υλικών που υπάρχουν στο υπέδαφος, εύκολα φανταζόμαστε τη σημασία της εξόρυξης στη βιομηχανική ανάπτυξη.

Τα κοιτάσματα των μεταλλευμάτων, τις περισσότερες φορές, ανακαλύπτονται σε στρώματα βαθιά στο φλοιό της γης, αν και μερικές φορές εντοπίζονται κοντά στην επιφάνεια. Αυτές οι συνθήκες εξηγούν την ύπαρξη διαφόρων ειδών ορυχείων: τα υπέργεια και τα υπόγεια.

Τα υπέργεια ορυχεία τα εκμεταλλευόμαστε με εκσκαφείς και μπουλντόζες, με τις οποίες σχηματίζονται επίπεδα και ανοίγονται στοές αρκετά φαρδιές, για να φτιαχτούν σ’ αυτές δρόμοι για τη μεταφορά.

Σε πολλά ορυχεία τοποθετούνται κινούμενες ταινίες για τη μεταφορά των ορυκτών σε εργοστάσια επεξεργασίας των ορυκτών, που είναι χτισμένα κοντά στον τόπο της εκσκαφής ή στη γύρω περιοχή. Ακόμη, χρησιμοποιούνται φορτηγά με καρότσα που αναποδογυρίζει, για τη μεταφορά των εξορυσσόμενων υλικών.

Γενικά, τα κυριότερα υπέργεια ορυχεία είναι αυτά των μεταλλευμάτων, μια και τα κοιτάσματα των μετάλλων, ιδίως του σιδήρου και του χαλκού, διακλαδώνονται σε εκτενή στρώματα που δεν είναι όμως πολύ βαθιά. Ακόμη, υπάρχουν τέτοια ορυχεία για κάρβουνο και για άλλα ορυκτά.

Στην εξόρυξη μετάλλων χρησιμοποιούνται, όσο είναι δυνατό, κατασκευές για τη διευκόλυνση του ανεβοκατεβάσματος των ανθρακωρύχων και των μεταλλευμάτων. Συνήθως στα ορυχεία υπάρχουν ειδικά ασανσέρ γι’ αυτόν το σκοπό, τα οποία μπορούν να σηκώσουν βαγόνια φορτωμένα με το ορυκτό. Η κατασκευή στην οποία ανεβαίνει το ασανσέρ έχει μία ή περισσότερες ρόδες στο πάνω άκρο του. Σ’ αυτήν τη ρόδα μετατοπίζονται τα μεταλλικά καλώδια που κρατούν τα κλουβιά, τα οποία ανεβοκατεβαίνουν στις γαλαρίες του ορυχείου. Τα καλώδια ωθούνται από έναν δυνατό κινητήρα που βρίσκεται σε μια αίθουσα μηχανών.

Χωρίς να παίζει ρόλο ποια μέθοδος εξόρυξης χρησιμοποιείται, η μεταλλουργία είναι μια δουλειά επικίνδυνη και με τους εργάτες συνεχώς κηλιδωμένους. Εκτός από τον κίνδυνο κατολίσθησης, υπάρχει κι αυτός της έκρηξης ενός αερίου, που έχει ως αποτέλεσμα εγκαύματα και ασφυξία.

Στα ορυχεία όπου υπάρχουν πολλά στρώματα άνθρακα, χτίζονται κεντρικές γαλαρίες και άλλες δευτερεύουσες, διανεμημένες σε διάφορους ορόφους. Σ’ αυτές τις γαλαρίες πραγματοποιούνται άλλες βοηθητικές εκσκαφές. Μερικές από τις στοές που διανοίγονται, χρησιμεύουν για τον εξαερισμό των ορυχείων. Ο εξαερισμός στις γαλαρίες και τα τούνελ των ορυχείων είναι απαραίτητος κι αυτό οφείλεται στην παρουσία σκόνης και επιβλαβών λιπών και εκρηκτικών στο εσωτερικό. Η αφαίρεση του βρώμικου αέρα γίνεται με δυνατούς εξαεριστήρες.

Σε ορυχεία όπου οι στοές είναι πολύ μακριές, οι ανθρακωρύχοι ταξιδεύουν σε τρένα που τα σπρώχνουν ντηζελομηχανές ή μηχανές με ηλεκτρικές μπαταρίες. Τα αμαξάκια στην πραγματικότητα είναι βαγόνια, που χρησιμεύουν και στη μεταφορά του ορυκτού.

 

 

ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΟΡΥΧΕΙΑ ΤΗΣ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

(Παυσανίου «Ελλάδος Περιήγησις-Αττικά», 1ος τόμος, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 2002)

 

Τα πλουσιότερα αργυρούχα κοιτάσματα βρίσκονται σε περιοχή 120 και πλέον τετραγωνικών χιλιομέτρων, στα νότια της γραμμής που ενώνει το σημερινό κόλπο το Δασκαλειού (στα ανατολικά) με τον κόλπο της Αναβύσσου (στα νότια). Ένα πλήθος καταλοίπων των αρχαίων μεταλλουργικών εργασιών διατηρούνται μέσα στην περιοχή αυτή: ορύγματα, πηγάδια, υπόγειες στοές (γαλαρίες), δεξαμενές, μεταλλοπλύσια και καμίνια, καθώς και σωροί εκβολάδων και σκωριών αφθονούν από την Καμάριζα και Σούριζα ως τον Θορικό….

Η έρευνα για αργυρούχα κοιτάσματα άρχιζε με ορύγματα ερευνητικά και πηγάδια. Τα στόμια των πηγαδιών είναι σχεδόν τετράγωνα. Προχωρούν σε βάθος από οχτώ ως εκατό μέτρα. Κάθε πηγάδι προχωρούσε σε βάθος ώσπου να συναντήσει κοίτασμα αργυρούχο. Εκεί άρχιζε οριζόντια το άνοιγμα στοάς (κατά το πλάτος του κοιτάσματος), η οποία προχωρούσε ως εκεί που εξαντλούνταν το κοίτασμα. Οι στοές δεν ήταν ευρύχωρες και οι μεταλλωρύχοι δούλευαν γονατιστοί ή ξαπλωμένοι. Για τη στήριξη της οροφής αφήνονταν μέρη του πετρώματος κάθετα σα στύλοι. Όταν η περιεκτικότητα σε μέταλλο ήταν μεγάλη, εξορύσσονταν και οι ίδιοι οι στύλοι και αντικαθιστούνταν  με στηρίγματα χτιστά ή ξύλινα. Ποινές προβλέπονταν για τους άπληστους επιχειρηματίες που, χωρίς να προνοήσουν για χτιστά ή ξύλινα στηρίγματα, κατέστρεφαν τους στύλους χάριν του μεταλλεύματος και γίνονταν αίτιοι ατυχημάτων, γιατί η οροφή κατέρρεε και η στοά έκλεινε. Συνήθως υπήρχε και δεύτερη είσοδος στη στοά, απαραίτητη και για τον αερισμό, όταν οι εργασίες γίνονταν σε μεγάλο βάθος. Ο φωτισμός στο βάθος των στοών γινόταν με λυχνάρια λαδιού, πολλά από τα οποία βρέθηκαν. …

Το μετάλλευμα, αφού αποσπόταν στις στοές σε σχετικά μεγάλα κομμάτια, μεταφερόταν με καλάθια στην επιφάνεια και εκεί γινόταν η πρώτη διαλογή. Τα κομμάτια με μικρή περιεκτικότητα σε μετάλλευμα απορρίπτονταν, γιατί δε συνέφερε η συνέχεια της επεξεργασίας που ήταν δαπανηρή. Οι σωροί των απορριπτόμενων κομματιών αποτελούσαν τις «εκβολάδες». Τα άλλα κομμάτια μεταφέρονταν στους «πλυνούς» (μεταλλοπλύσια), όπου ένα πρώτο πλύσιμο τα απάλλασσε από τα πολλά χώματα. Έπειτα σπάζονταν σε μικρά κομμάτια και ξαναπλένονταν. Ακολουθούσε κι άλλο θρυμμάτισμα και πλύσιμο και τέλος μεταφέρονταν στο καμίνι για την τήξη. Επειδή το νερό είναι σπάνιο στη Λαυρεωτική, κατασκεύαζαν δεξαμενές κοντά στα εργαστήρια, πολλές από τις οποίες σώζονται σε καλή κατάσταση….

Στα καμίνια, από την πρώτη τήξη έπαιρναν τον αργυρούχο μόλυβδο και το υπέβαλλαν σε νέα τήξη για να πάρουν αμιγή τον άργυρο. Μια μικρή ποσότητα μολύβδου αναπόφευκτα έμενε στον άργυρο, όσο όμως μικρότερη ήταν αυτή, τόσο μεγαλύτερη αξία είχε το νόμισμα που κόβονταν απ’ αυτόν…

Κοντά στα πηγάδια και τις στοές γίνονταν  τα μεταλλοπλύσια, για να μην επιβαρύνεται το μετάλλευμα με πολλά έξοδα μεταφοράς. Τα καμίνια ήταν λίγα και σ’ αυτά συγκεντρωνόταν το θρυμματισμένο και καθαρό από χώματα και άλλες ξένες ύλες μετάλλευμα.

 

 

 

 

ΔΙΧΑΣΤΗΚΑΝ ΤΑ ΜΕΤΑΛΛΕΙΑ

(Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», 21 Μαΐου 2004)

 

Το Δημόσιο οφείλει να εφαρμόσει τον νόμο και να αναστρέψει την πώληση των μεταλλείων της Κασσάνδρας,

σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων, την Επιτροπή Αγώνα Στρατονίκης και την Οικολογική Πρωτοβουλία Χαλκιδικής. «Πηγή ζωής για την περιοχή μας τα μεταλλεία», απαντούν οι 400 άνεργοι μεταλλωρύχοι που μπαίνουν σε πρόγραμμα επανειδίκευσης.

«Μόνο με την αναστροφή πώλησης των μεταλλείων Κασσάνδρας μπορεί να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα αποκατάστασης του περιβάλλοντος από τις επιπτώσεις της μακρόχρονης μεταλλευτικής εκμετάλλευσης», επισημαίνουν σε ανακοίνωσή τους οι τρεις οργανώσεις που αντιδρούν στην επαναλειτουργία των μεταλλείων. Και σε άλλο σημείο αναφέρουν:

«Για όσους γνωρίζουν την κατάσταση, η αδυναμία της εταιρείας να επαναλειτουργήσει το μεταλλείο ήταν αναμενόμενη. Η μοναδική πιθανή παραγωγή είναι από την εξόρυξη κάτω από τη Στρατονίκη. Η βέβαιη δυναμική αντίδραση των κατοίκων, σε συνδυασμό με την επικείμενη συζήτηση της νέας προσφυγής τους στο Συμβούλιο Επικρατείας και με την πανθομολογούμενη επικίνδυνη κατάσταση των υπόγειων μεταλλευτικών έργων, καθιστούν την έναρξη παραγωγής αδύνατη».

Τι λέει, όμως, ο εκπρόσωπος των οργανώσεων Τόλης Παπαγεωργίου για τους 400 άνεργους μεταλλωρύχους; «Υπεγράφη τις προηγούμενες μέρες από τον κ. Αλογοσκούφη η προγραμματική σύμβαση για την ένταξη των ανέργων σε πρόγραμμα επανειδίκευσης. Ώσπου να τελειώσει το πρόγραμμα, περίπου οι 200 από αυτούς, που είναι κοντά στη σύνταξη, θα έχουν συνταξιοδοτηθεί. Υπό αυτές τις συνθήκες δεν είναι τόσο επαχθές το πρόβλημα όσο ότι η βορειοανατολική Χαλκιδική έχει το 1/3 του κατά κεφαλήν εισοδήματος του υπόλοιπου Νομού και μηδενική τουριστική ανάπτυξη».

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος ενός εκ των σωματείων εργαζομένων στα μεταλλεία Κασσάνδρας, κ. Ευρυπίδης Ατζιαμής, είπε στην «Ε»: «Είμαστε 400 άνεργοι, από τους οποίους οι 200 πράγματι είναι κοντά στη σύνταξη. Την περασμένη Πέμπτη, ο κ. Αλογοσκούφης υπέγραψε την προγραμματική σύμβαση με την οποία μπαίνουμε όλοι σε πρόγραμμα επανειδίκευσης. Αυτό δεν μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους, γιατί εμείς είχαμε ζητήσει από την αρχή να υπαχθούμε στα μέτρα της ΜΑΒΕ (αμίαντος).

Είχαμε τη δέσμευση ότι θα ενταχθούμε εκεί. Όλοι έχουμε πάνω από 15 χρόνια στις στοές. Είμαστε για πρόγραμμα συνταξιοδότησης και όχι επανειδίκευσης. Επιφυλασσόμαστε, βέβαια, για βελτιωτικές ενέργειες στο πρόγραμμα. Όσον αφορά τη λειτουργία των μεταλλείων, ξέρουμε ότι στο σημείο που βρίσκεται η υπόθεση είναι πολύ δύσκολο να επαναλειτουργήσουν. Ωστόσο, καλό θα ήταν να συμβεί αυτό και να δουλέψει με νέους ανθρώπους. Αλλιώς, τα χωριά μας σύντομα θα ερημώσουν. Τα μεταλλεία είναι πηγή ζωής για την περιοχή».