Λευτέρης Παπαδόπουλος, «Νανούρισμα»
Θα κεντήσω, πάνω στου αλόγου σου τη σέλα
Με διαμαντόπετρες σωρό
του φεγγαριού το πήγαιν' έλα
στο πελαγίσιο το νερό.
Αγόρι μου, αγόρι μου
αγόρι μου να σε χαρώ
Θα κεντήσω στ' ασημοπίστολα σου πλάι
της χελιδόνας το φτερό
κι έναν σταυρό να σε φιλάει
τις νύχτες που σε καρτερώ.
Θα κεντήσω πάνω στο δίκοπό σου λάζο
το βλέμμα σου το καθαρό
αυτό το βλέμμα το γαλάζιο
που δε χορταίνω να θωρώ.
[πηγή: Λ. Παπαδόπουλος, μουσ. Μάνος Λοίζος, Θαλασσογραφίες, 1970]
|
Γιώργος Σεφέρης, «Ο ύπνος σε τύλιξε»
Ο ύπνος σε τύλιξε
με πράσινα φύλλα ανάσαινες
Σαν ένα δέντρο
με πράσινα φύλλα ανάσαινες
Μέσα στο ήσυχο φως
μέσα στη διάφανη πηγή
κοίταξα τη μορφή σου
Κλεισμένα βλέφαρα
και τα ματόκλαδά σου
χαράζαν το νερό.
[πηγή: Γ. Σεφέρης, μουσ. Μ. Θεοδωράκη, Τρεις Κύκλοι, Lyra 1979]
|
Federico Garcia Lorca, «Νανούρισμα»
Ασημιά κουδούνια αντηχούν στον δρόμο
πούθε πας μικρό μου ηλιοχιόνιστο;
- Πάω στις μαργαρίτες πέρα στο λιβάδι
πράσινο λιβάδι - σα ζωγραφιστό.
- Πούθε πας μικρό μου διόλου δεν φοβάσαι
πέρα είν' το λιβάδι - ώρες μακριά
- Η δικιά μου αγάπη διόλου δεν φοβάται
τ' ανοιχτό τ' αγέρι την δενδροσκιά.
- Τότε να φοβάσαι γιόκα μου τον ήλιο
ακριβό μου αγόρι ηλιοχιόνιστο
- Τα μαλλιά μου ο ήλιος τακαψε για πάντα
κι είμαι ασπρομάλλης δυο χρονώ μωρό.
[πηγή: F. G. Lorca, ποιητική απόδοση Λ. Παπαδόπουλος, μουσ. Χρ. Λεοντής, ΑΧ ΕΡΩΤΑ, 1974]
|