ΡΟΜΠΕΡΤ ΟΠΕΝΧΑΪΜΕΡ

Βαγιονάκης Κώστας Ε.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 03/04/2005, 00:00 | ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: 03/04/2005, 00:00

image

«Έγινα ο θάνατος, ο καταστροφέας των κόσμων»

Το 2005 έχει ονομαστεί «Παγκόσμιο Έτος Φυσικής» αν και ουσιαστικά πρόκειται για «Έτος Αϊνστάιν» καθώς η Θεωρία της Σχετικότητας κλείνει 100 χρόνια ζωής. Μια θεωρία που ουσιαστικά άλλαξε τα πάντα καθώς από τότε που διατυπώθηκε, η αντίληψή μας για τον κόσμο στον οποίο ζούμε δεν είναι η ίδια. Ωστόσο κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί το 1905 ότι σε λιγότερο από 40 χρόνια η περίφημη σχέση ισοδυναμίας μάζας και ενέργειας θα αποτελούσε τη θεωρητική βάση των ερευνών του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ - για λογαριασμό της κυβέρνησης των ΗΠΑ - σχετικά με την πυρηνική σχάση και σε ακριβώς 40 χρόνια θα έβρισκε τραγική εφαρμογή με τη ρίψη των ατομικών βομβών σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι.

Ο άνθρωπος που συνέδεσε το όνομά του με την κατασκευή της ατομικής βόμβας είναι ο Τζ. Ρόμπερτ Οπενχάιμερ (1904-1967), του οποίου η εκατονταετηρίδα από τη γέννηση είχε δώσει πέρυσι την αφορμή για μια σειρά εκδηλώσεων και πρόκειται να κορυφωθεί με την όπερα «Doctor Atomic» σε παγκόσμια πρεμιέρα την 1η Οκτωβρίου 2005 στην Όπερα του Σαν Φρανσίσκο. Γεννήθηκε στις 20 Απριλίου 1904 στη Νέα Υόρκη, από πατέρα έμπορο που μετανάστευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες από τη Γερμανία και από μητέρα ζωγράφο που καταγόταν από τη Βαλτιμόρη. Είχε έναν νεότερο αδελφό, τον Φρανκ, που έγινε επίσης φυσικός. Τα σχολικά και κολεγιακά του χρόνια τα πέρασε πιο πολύ κλεισμένος στον εαυτό του, απορροφώντας γνώσεις, χωρίς πάντως να αισθάνεται ευτυχισμένος, κάτι που φαίνεται να του άφησε μια μόνιμη ανασφάλεια. Στο Χάρβαρντ μπήκε το 1922, όπου παράλληλα με την επιστήμη - φυσική, χημεία - παρακολούθησε φιλοσοφία, γαλλική φιλολογία και έμαθε λατινικά και ελληνικά. Αποφοίτησε το 1925 και τα επόμενα τέσσερα χρόνια ταξίδεψε στα μεγάλα επιστημονικά κέντρα της Ευρώπης. Ήταν η εποχή που οι μεγάλες επιστημονικές επαναστάσεις, και ειδικότερα η επανάσταση της κβαντικής μηχανικής των μέσων της δεκαετίας του 1920, συνέβαιναν στη Γηραιά Ήπειρο. Υπήρξε, έτσι, ένας από του πολύ λίγους αμερικανούς φυσικούς που συμμετέσχε σε αυτήν.

Τα έτη 1925 και 1926 τα πέρασε στο Κέιμπριτζ, αλλά δεν ήταν και εκεί περισσότερο ευτυχισμένος και πέρασε μια περίοδο νευρικής κατάρρευσης. H ζωή του άρχισε να γίνεται ευτυχέστερη και να βρίσκει τον δρόμο του όταν απεδέχθη πρόσκληση του Max Born, ενός από τους θεμελιωτές της κβαντικής μηχανικής, να εργαστεί μαζί του στο Γκέτινγκεν. Εκεί πήρε το διδακτορικό του το 1927 εργαζόμενος πάνω στη θεωρία των συνεχών φασμάτων. Την ίδια χρονιά έγραψε με τον Born μια εργασία πάνω στην «κβαντική θεωρία των μορίων», δημιουργώντας τη φημισμένη «προσέγγιση Born - Oppenheimer» που ακόμη αποτελεί τη βάση οποιασδήποτε μελέτης των μορίων. Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς επέστρεψε για λίγο στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά το 1928-1929 τον ξαναβρίσκουμε στην Ευρώπη, πρώτα στο Κέιμπριτζ, έπειτα στην Ολλανδία και τέλος στη Ζυρίχη, όπου εργάστηκε με τον Wolfgang Pauli, ο οποίος τον επηρέασε βαθιά στην υπόλοιπη επιστημονική του ζωή.

* Περί πολιτικής

Επέστρεψε οριστικά στις Ηνωμένες Πολιτείες το καλοκαίρι του 1929, όπου απεδέχθη συγχρόνως δύο θέσεις, μία στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ και μία στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας στην Πασαντίνα. Για τα επόμενα 13 χρόνια θα μετακινείται μεταξύ των δύο θέσεων.

Το ενδιαφέρον του για την πολιτική ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1930. Οι επιπτώσεις της οικονομικής ύφεσης στους σπουδαστές του, η δυσκολία στην εξεύρεση δουλειάς και τα νέα από την Ευρώπη και ιδιαίτερα τη Γερμανία τον ταρακούνησαν. Γνωρίστηκε τότε με πρόσωπα που συνδέονταν με τοπικούς ριζοσπαστικούς κύκλους. Ιδιαίτερο ρόλο θα παίξει αργότερα η φιλία του με τον Haakon Chevalier, έναν καθηγητή της γαλλικής φιλολογίας στο Μπέρκλεϊ που ήταν κατά καιρούς μέλος του κομμουνιστικού κόμματος. Για κάποιο διάστημα ο αδελφός του Φρανκ με τη σύζυγό του ήταν επίσης μέλη του κόμματος και πολλοί φοιτητές του ανήκαν σε οργανώσεις που πρόσκεινταν σε αυτό. Αλλά, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ο ίδιος δεν έγινε ποτέ μέλος του κόμματος.

Το 1942 ο στρατηγός Leslie Groves, που ανέλαβε την ευθύνη της μυστικής προσπάθειας κατασκευής της ατομικής βόμβας, του σχεδίου Manhattan όπως αποκλήθηκε, διόρισε τον Οπενχάιμερ επιστημονικό διευθυντή για να οδηγήσει το πρόγραμμα στο εργαστήριο του Λος Άλαμος, μια τοποθεσία που επέλεξαν μαζί. Το γιατί διάλεξε ο Groves ως επικεφαλής του προγράμματος τον Οπενχάιμερ, ο οποίος δεν είχε καμία εμπειρία ως τότε στη διεύθυνση ενός μεγάλου αριθμού ανθρώπων και στη διοίκηση ενός εργαστηρίου που θα ήταν αφιερωμένο σε πειραματική και τεχνική εφαρμογή θεωρητικών δεδομένων, ήταν μια σχετική έκπληξη.

H ομάδα του Λος Άλαμος πέτυχε εκεί όπου απέτυχε η γερμανική ομάδα με επικεφαλής τον Werner Heisenberg, έναν οπωσδήποτε μεγαλύτερο σε επιστημονική προσφορά φυσικό, ο οποίος όμως υπέπεσε σε σοβαρά τεχνικά λάθη. (Είναι γνωστή η προσπάθεια του τελευταίου μετά τον πόλεμο να κρατήσει αποστάσεις από τη συμμετοχή του στο γερμανικό πρόγραμμα.)

H πρώτη πυρηνική λάμψη που άναψε άνθρωπος ήταν αυτή στη δοκιμή στην έρημο του Alamogordo στο Νέο Μεξικό στις 16 Ιουλίου 1945 με το κωδικό όνομα «Trinity» (οι Γερμανοί είχαν παραδοθεί τον Μάιο του 1945, αλλά η προσπάθεια συνεχίστηκε ώσπου να ολοκληρωθεί ο στόχος). Ο Οπενχάιμερ ανέφερε τότε στον αδελφό του απλά: «Δούλεψε», ενώ αργότερα ενθυμούμενος τη σκηνή θα πει ότι η σκέψη του πήγε στις λέξεις από το ινδουιστικό έπος «Bhagavad Gita»: «Έγινα ο θάνατος, ο καταστροφέας των κόσμων».

* H ισχύς και η ηθική

Δεν είναι αληθές ότι όσοι επιστήμονες συμμετείχαν στο Λος Άλαμος, αρχικά για να προλάβουν έναν ανεύθυνο δικτάτορα, δεν εξέφρασαν στη συνέχεια ηθικούς ενδοιασμούς για τα πιθανά τραγικά αποτελέσματα πάνω σε αθώα θύματα από τη ρίψη βομβών σε στρατιωτικούς - βιομηχανικούς στόχους. Αλλά στο λίγο διάστημα που ακολούθησε, η πλειοψηφία όσων ενεπλάκησαν στο σχέδιο Manhattan, καθώς και η προσωρινή επιτροπή που διόρισε ο πρόεδρος Τρούμαν, τάχθηκε με διάφορα επιχειρήματα υπέρ της χρήσης της βόμβας σε πραγματικό στόχο ενάντια στην Ιαπωνία. Ο Οπενχάιμερ συμφώνησε με την πλειοψηφία. Αυτή ήταν και η τελική πολιτική απόφαση, και οι βόμβες ουρανίου της 6ης Αυγούστου και πλουτωνίου της 9ης Αυγούστου 1945 ερήμωσαν Χιροσίμα (είχε επιλεγεί εξαρχής) και Ναγκασάκι.

Αμέσως μετά τον πόλεμο ο Οπενχάιμερ έγινε σύμβολο μιας νέας κατάστασης της επιστήμης: τεράστια ισχύς από τη μια, πελώρια προβλήματα ηθικής συνείδησης από την άλλη. Όταν συνάντησε τον πρόεδρο Τρούμαν το 1946 για να τιμηθεί και έχοντας ήδη πέσει σε απόγνωση καθώς οι αναφορές για τις απώλειες συνέχιζαν να φθάνουν από την Ιαπωνία, του είπε: «Κύριε πρόεδρε, έχω αίμα στα χέρια μου».

Το 1947 ο Οπενχάιμερ εκλέγεται πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής της νεότευκτης Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας και παίρνει την άδεια πρόσβασης σε απόρρητο υλικό. Την εποχή αυτή οι πληροφορίες για τη στάση και τις επαφές του κατά τη διάρκεια του πολέμου, που λίγα χρόνια αργότερα υπό άλλες συνθήκες θα χρησιμοποιηθούν εις βάρος του, ήταν ήδη όλες γνωστές. Είναι γεγονός ότι κάποιες ενέργειές του και ορισμένες μαρτυρίες του υπήρξαν αντιφατικές και μερικές φορές επέσυραν τον θυμό φίλων και συνεργατών του. Οι αδυναμίες του, χαρακτηριστικές μιας ανασφαλούς και κάποιες φορές αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς, δημιούργησαν μιαν αύρα μυστηρίου γύρω του.

* Το «ατύχημα Chevalier»

Το πρώτο ξάφνιασμα προήλθε από τη θέλησή του να υπαχθούν ο ίδιος και όλοι οι επιστήμονες του Λος Αλαμος υπό τη δικαιοδοσία του αμερικανικού στρατού. Υπήρξε καθολική αντίδραση και η ιδέα εγκαταλείφθηκε. Αλλά το πιο καθοριστικό συμβάν είναι αυτό που αναφέρεται σαν «ατύχημα Chevalier». Ο Chevalier προσπάθησε να τον προσεγγίσει για να περάσει πληροφορία γύρω από το σχέδιο Manhattan στον George Eltenton, ο οποίος είχε επαφές με το σοβιετικό προξενείο. Ο Οπενχάιμερ ανέφερε τότε το όνομα του Eltenton, αλλά προσπάθησε αρχικά να προστατέψει τον φίλο του Chevalier. Ο στρατηγός Groves δεν θέλησε με τη σειρά του στην αρχή να πιέσει τον Οπενχάιμερ να του αποκαλύψει το όνομα του καθηγητή που τον προσήγγισε, αλλά αργότερα ο Οπενχάιμερ συμμορφώθηκε με την εντολή του Groves και αποκάλυψε τον ρόλο του Chevalier. Είπε μάλιστα ότι ο Chevalier τον προσήγγισε μέσω του αδελφού του Φρανκ, κάτι που απεδείχθη μια άστοχη ανακρίβεια. Ολα αυτά θα επανέλθουν στο προσκήνιο κατά την πολύκροτη ανάκριση που θα ακολουθήσει το 1954. Το 1947 ο Οπενχάιμερ εγκατέλειψε πια το Μπέρκλεϊ και ανέλαβε διευθυντής του περίφημου Ινστιτούτου Προχωρημένων Σπουδών στο Πρίνστον. Ηταν ήδη μια χρυσή εποχή, όπου αυτό περιελάμβανε στους κόλπους του όχι μόνο τον Αϊνστάιν, αλλά και άλλους καθιερωμένους επιστήμονες.

Το 1953 ήταν μια δύσκολη χρονιά για την αμερικανική πολιτική. Ο γερουσιαστής Μακάρθι κατηγορούσε σχεδόν καθέναν που υποπτευόταν. Είναι γνωστά τα θύματα του μακαρθισμού αλλού. Ότι ο Οπενχάιμερ θα ήταν ένα από αυτά είχε προβλεφθεί. Με βάση το γνωστό ήδη παρελθόν, αλλά στην πραγματικότητα λόγω της αντίθεσής του στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και στη βόμβα υδρογόνου (η πρώτη επιτυχημένη δοκιμή της θα γίνει την επόμενη χρονιά, ενώ η σοβιετική απάντηση θα έρθει το 1955), ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ διέταξε τον Δεκέμβριο του 1953 τον τερματισμό της άδειας πρόσβασής του σε διαβαθμισμένο κυβερνητικό υλικό. Οι κατηγορίες και μια μακρά απαντητική επιστολή του δημοσιεύθηκαν στους «New York Times» τον Απρίλιο του 1954. Ο ίδιος διάλεξε να ζητήσει να κριθεί η περίπτωσή του σε ακρόαση, αν και πρέπει να ήταν αρκετά πεπεισμένος ότι δεν επρόκειτο να δικαιωθεί. Πολλοί επιστήμονες έσπευσαν να τον υποστηρίξουν, άλλοι στράφηκαν εναντίον του. H κατάθεση του Teller ήταν τραυματική: «Θα προτιμούσα να δω τα ζωτικά συμφέροντα αυτής της χώρας σε χέρια που καταλαβαίνω καλύτερα και, συνεπώς, εμπιστεύομαι περισσότερο». Το αποτέλεσμα είναι γνωστό. Ο Teller κέρδισε, αλλά εξοστρακίστηκε από την πλειονότητα των συναδέλφων του για το υπόλοιπο της ζωής του.

* H επιστήμη και η αμαρτία

Ο Οπενχάιμερ έχασε, βγήκε από τους διαδρόμους της εξουσίας, αλλά για τους περισσότερους επιστήμονες και για το κοινό έγινε μάρτυρας και σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής. H φιγούρα του, λεπτός, ψηλός, με μια κομψή μελαγχολία στο βλέμμα, έγινε τόσο αναγνωρίσιμη όσο αυτή του Αϊνστάιν. Έπρεπε να φτάσει το 1961 για να ξεκινήσει μια διαδικασία μερικής αποκατάστασής του. H απόφαση απονομής του βραβείου Fermi, της ανώτατης διάκρισης που μπορεί να απονείμει η Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας, θα ληφθεί από τον πρόεδρο Κένεντι, αλλά η απονομή θα γίνει από τον πρόεδρο Τζόνσον τον Δεκέμβριο του 1963.

Όπως όλοι οι επιστήμονες που συμμετείχαν στο Λος Άλαμος, ο Οπενχάιμερ δεν φάνηκε ποτέ να μετανιώνει για τη συμμετοχή του στην τεχνική επιτυχία της κατασκευής της ατομικής βόμβας, αλλά για ό,τι επακολούθησε. Τον χειμώνα του 1966 σε μια απάντησή του στον πρώην σπουδαστή του David Bohm γράφει: «Τα δικά μου αισθήματα ευθύνης και ενοχής είχαν πάντα να κάνουν με το τώρα, και ως εδώ σε αυτή τη ζωή είναι αυτό που περισσότερο από αρκετά με κράτησε απασχολημένο». Θα πεθάνει δύο μήνες μετά, από καρκίνο του λάρυγγα, στις 18 Φεβρουαρίου 1967.

H διαχρονική κληρονομιά του Οπενχάιμερ δεν θα μπορούσε, ίσως, καλύτερα να συνοψιστεί παρά μέσα σε δύο από τις ρήσεις του. H πρώτη: «H επιστήμη δεν είναι το παν, αλλά η επιστήμη είναι όμορφη». Και έπειτα: «Με κάποιο είδος χοντροκομμένης αίσθησης, που καμιά χυδαιότητα, κανένα χιούμορ, καμιά υπερβολή δεν μπορεί να εξαλείψει, οι φυσικοί γνώρισαν την αμαρτία και αυτή είναι μια γνώση που δεν μπορούν να χάσουν». Στην εποχή της γενετικής, της βιοχημείας και της βιοτεχνολογίας υπάρχει τώρα μεγάλος κίνδυνος να γνωρίσουν και άλλοι την αμαρτία. Δεν μένει λοιπόν παρά επίγνωση, επαγρύπνηση και συνείδηση για το όραμα της διαρκούς επαναβεβαίωσης του ανθρώπου μέσα στη Φύση.

Ο κ. Κωνσταντίνος Βαγιονάκης είναι καθηγητής Θεωρητικής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.

[πηγή: εφημ. Το Βήμα, 3/4/2005 <www.tovima.gr>]

info