Θεόφραστος, Χαρακτήρες

Ο Πολυλογάς

[Η πολυλογία, αν θα ήθελε κανείς να την ορίσει, θα φαινόταν ότι είναι η ανικανότητα ελέγχου του λόγου, ενώ ο πολυλογάς το είδος του ανθρώπου που λέει σ' εκείνον, τον οποίος τυχόν θα συναντήσει, ότι του μιλά ανόητα, οτιδήποτε και αν του πει ο άλλος, και ότι ο ίδιος τα ξέρει όλα και ότι, αν τον ακούσει, θα καταλάβει. Και ενώ στο μεταξύ ο άλλος προσπαθεί να του απαντήσει, αυτός προσθέτει ένα «Μην ξεχάσεις αυτό που πρόκειται να πεις» και «Εύγε, που μου το θύμισες» και «Είναι χρήσιμο να μπορείς να μιλάς» και «Αυτό το ξέχασα» και «Γρήγορα μπήκες στο νόημα» και «Από ώρα περιμένω να δω αν θα συμφωνήσεις μαζί μου». Και προσπαθεί να βρει για τον εαυτό του και άλλες τέτοιες εισαγωγικές φράσεις, ώστε ο άνθρωπος που τον συναντά να μην μπορεί ούτε καν να πάρει μια ανάσα.

Κι όταν αποτελειώσει τα μεμονωμένα άτομα, είναι ικανός να βαδίσει ακόμη εναντίον ενός συγκεντρωμένου πλήθους ανθρώπων και να τους τρέψει σε φυγή την ώρα που συζητούν τις υποθέσεις τους. Εισέρχεται στα διδασκαλεία και τις παλαίστρες και προκαλεί κωλύματα στο μάθημα των παιδιών. Τόσα πολλά λέει στους γυμναστές και τους δασκάλους!

Όσους του λένε ότι πρέπει να φύγουν είναι ικανός να τους συνοδεύσει μέχρι να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Και αφηγείται, σ' αυτούς που τον ρωτούν, όσα συνέβησαν στην Εκκλησία του Δήμου, προσθέτει όμως στην αφήγησή του ακόμη και τη διαμάχη που συνέβη κάποτε την εποχή του Αριστοφώντα του ρήτορα και αυτή που συνέβη στη Σπάρτη την εποχή του Λύσανδρου, καθώς και με ποιες αγορεύσεις διακρίθηκε ο ίδιος ενώπιον του λαού στο παρελθόν· και παρεμβάλλει ταυτόχρονα στη διήγησή του μομφή κατά του πλήθους, με αποτέλεσμα οι ακροατές του είτε να τον διακόπτουν ή να νυστάζουν ή να φεύγουν εγκαταλείποντάς τον στη μέση του λόγου του.

Όταν δικάζει μαζί με άλλους, τους εμποδίζει να καταλήξουν σε μια απόφαση. Όταν βλέπει μαζί με άλλους θέατρο, τους εμποδίζει να το παρακολουθήσουν. Όταν δειπνεί με κόσμο, τους εμποδίζει να φάνε, λέγοντας ότι «είναι δύσκολο για μένα να σιωπώ» και ότι η γλώσσα του τρέχει νεράκι και ότι δε θα μπορούσε να μείνει σιωπηλός, ακόμα κι αν τους φανεί πιο φλύαρος κι από τα χελιδόνια.

Κι ανέχεται να τον πειράζουν ακόμη και τα παιδιά του, όταν – και ενώ αυτός θέλει πια να κοιμηθεί – εκείνα δεν τον αφήνουν λέγοντας «Μπαμπάκα, πες μας κάτι, για να μας πάρει ο ύπνος».

[πηγή: Θεόφραστος, Χαρακτήρες, μτφρ. Σταύρος Γκιργκένης, εκδ. Ζήτρος, 2008, σελ. 209-213]

info