Νεοελληνικές διάλεκτοι

«Είμαστε οι μόνοι σ’ ολόκληρη την Ευρώπη που έχουμε το προνόμιο να λέμε τον ουρανό “ουρανό” και τη θάλασσα “θάλασσα” όπως την έλεγαν ο Όμηρος και ο Πλάτωνας πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια. Δεν είναι λίγο αυτό. Η γλώσσα δεν είναι μόνον ένα μέσον επικοινωνίας. Κουβαλάει την ψυχή του λαού μας κι όλη του την ιστορία και όλη του την ευγένεια. Χαίρομαι κι αυτή τη στιγμή που σας μιλάω σ’ αυτή τη γλώσσα και σας χαιρετώ, σας αποχαιρετώ μάλλον, αφού η στιγμή έφτασε να φύγω».

(απόσπασμα από την ομιλία του Οδυσσέα Ελύτη μετά την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας στη Στοκχόλμη, 1979)

Στον παρακάτω συνοπτικό πίνακα μπορούμε να παρακολουθήσουμε την ιστορία της ελληνικής γλώσσας από την αρχαιότητα έως και σήμερα.

image

[πηγή: Βικιπαίδεια]

Ας προσπαθήσουμε να αναγνωρίσουμε τις παρακάτω νεοελληνικές διαλέκτους. Παρατηρούμε ότι κάποιες από αυτές θα τις αναγνωρίσουμε ευκολότερα ανάλογα με την καταγωγή και τα βιώματά μας. Στη συνέχεια, κάνοντας «κλικ» στους τίτλους μπορούμε να δούμε σε ποια διάλεκτο έχει γραφτεί το κάθε απόσπασμα..

«Καληνύφτα» (απόσπασμα)

Εβώ πάντα σε σένα πενσέω,
γιατί σένα φσυχή μου ’γαπώ,
τσαι που πάω, που σύρνω, που στέω
στην καρδιά μου πάντα σένα βαστώ.

«Καληνύχτα»

Εγώ πάντα εσένα σκέφτομαι,
γιατί εσένα ψυχή μου αγαπώ,
και όπου πάω, όπου σέρνομαι, όπου στέκομαι,
στην καρδιά μου πάντα εσένα βαστώ.

 

«Το γάμο τα Μαρούα»

Εζάκαϊ (*εδιάβ(η)κασι, ρ. διαβαίνω) τ‘ον άγιε, σ’ εστεφανούκαϊ, τσ’ από τσι σ’ έκατσ’ούκαϊ του τσουφάλε σου με κουφέτε χοντροί από το δίσκο τσ’ ετσαφήκαϊ (< αφήκασι) κ‘αμπόσοι κουμπούρε, εμπαήκαϊ από τον άγιε Στράκηγο τσ’ αρχιñίαϊ dίντε τα βιολjία. Α Μαρούα έκι καμαρούνα. «Μα για ξείκα, Τζελjίνα, καμάžι π‘οι ñ’ εν’ έχα α ñύιθη», εκ’ αούα α Γιωργού. Έκι α τύχη σι να καοτσιτάτσει. Μαγάžι να ’γκι καοτσυτέντε έτρου τσ’ οι σατέρε νάμου…

«Στον γάμο τής Μαρούλας»

Πήγαν στην εκκλησία, τους στεφάνωσαν και αφού τους έσπασαν τα κεφάλια τους με κουφέτα χοντρά από τον δίσκο και έριξαν καμπόσες κουμπουριές, βγήκαν από τον Άγιο Στρατηγό και άρχισαν να παίζουν τα βιολιά. Η Μαρούλα καμάρωνε. «Μα για κοίτα, Αγγελίνα, καμάρι που το ’χει η νύφη», έλεγε η Γιωργού (η γυναίκα του Γιώργου). Ήταν η τύχη της να καλοπέσει. Μακάρι να καλόπεφταν έτσι και οι θυγατέρες μου…

(Παραμύθι)

Η κοντονούρα η αλεπού, άμα κ̌ι’ αρκ̌έψαν οι άλ-λες να την περιπαίζουν, εΐνη φ-φωδκιά ’που το θ-θυμόν της, αμ-μά ’ν είπε λ-λέξη. Γιάλι-άλι έφυεν κ̌αι πήε μ-μανιχ̌ή της αλ-λού. Ύστερα ’που λ-λίες ημέρες ευρεθήκασιμ πάλε, αμ-μά η κοντονούρα η αλεπού εχών-νετουμ ’που λ-λόου τους να δει ίντα ’μ που λαλούν. Ακούει τες κ̌αι παραπονιούνται πως εν ιβρίσκουν τίποτε να φάσιν...

 

Η αλεπού με την κομμένη ουρά, όταν άρχισαν οι άλλες να την περιπαίζουν, έγινε φωτιά από τον θυμό της, αλλά δεν είπε λέξη. Αργά-αργά (αγάλι-αγάλι) έφυγε και πήγε μοναχή της αλλού. Ύστερα από λίγες ημέρες βρέθηκαν πάλι, αλλά η αλεπού με την κομμένη ουρά κρυβόταν από αυτές, για να δει τι λένε. Τις ακούει να παραπονούνται ότι δεν βρίσκουν τίποτε να φάνε...

«Η κόρ’ επήεν σο παρχάρ’»

"Η κόρ’ επήεν σο παρχάρ’
Η κόρ’ επήεν σο παρχάρ’ έι πουλίμ, πουλίμ
να ίνεται ρομάνα, έλα έλα λέγω σε
Και για τ’ατέν θα ίνουμαι, έι πουλίμ πουλίμ
και κυνηγός σ’ορμάνια, έλα έλα λέγω σε
Η κόρ’ επήεν σο παρχάρ’ έι πουλίμ πουλίμ
επήεν για κι επήεν, έλα έλα λέγω σε
Φοούμαι ερρούξεν σο νερόν, έι πουλίμ πουλίμ
κι αμόν σεκέρ’ελείεν, έλα έλα λέγω σε
Φοούμαι ’κι θα κλώσκιεται, έι πουλίμ πουλίμ
ν’ αλλοί τ’ εμόν τη μάναν έλα έλα λέγω σε.

«Η κόρη πήγε στις βοσκές»

Η κόρη πήγε στις βοσκές πουλάκι μου, πουλί μου
να γενεί βοσκομάνα που σου λέω άκου με.
Και ’γώ γι’ αυτήν θα γενώ
κυνηγός στα ρουμάνια (δάση)
Η κόρη πήγε στις βοσκές
πού ’ντηνα δεν εφάνη
Σα ζάχαρη μην έλιωσε
στο νερό, στο ποτάμι
Η κόρη πήγε στις βοσκές
να γίνει βοσκομάνα
Φοβάμαι πως θα μείνει εκεί
αλλοίμονό σου μάνα!

[Αρετούσα]

«...Ποιος εις τον κόσμο εφάνηκε κι αγάπη δεν κατέχει;

Ποιος δεν την εδοκίμασε; Ποιος δεν τήνε ξετρέχει;

Όχι οι ανθρώποι μοναχά, πόχου ομιλιά και γνώση,

τρέχουν εις τούτο το δεντρό τσ' αγάπης, για να τρώσι:

πέτρες, δεντρά και σίδερα και ζα στην οικουμένη

όλα γνωρίζουν και γροικούν τον πόθο πως τα γιαίνει

κ' ένα με τ' άλλο τη φιλιά κι αγάπη λογαριάζει

κι όλα αγαπούν και πεθυμούν το πράμα που ταιριάζει,

μα όλα για μένα σφάλασι και πάσιν άνω κάτω,

για με ξαναγεννήθηκεν η φύση των πραμάτω.»


Ας ακούσουμε τον Νίκο Ξυλούρη να τραγουδάει παραδοσιακά κρητικά τραγούδια (ριζίτικα) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ].

 

image

Αν θέλουμε να εμπλουτίσουμε τις γνώσεις μας ή να κάνουμε μια μικρή έρευνα για τις νεοελληνικές διαλέκτους, μπορούμε να επισκεφτούμε τους παρακάτω συνδέσμους:

Κέντρον Eρεύνης των Νεοελληνικών Διαλέκτων και Ιδιωμάτων - Ι.Λ.Ν.Ε.

Χρήστος Τζιτζιλής, «Η Ελληνική Γλώσσα και οι διάλεκτοί της» [πηγή: Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα]

«Ο πολιτισμός στον Πόντο και η ποντιακή διάλεκτος» [πηγή: εφ. ΤΕΙ Κοζάνης]

«Καππαδοκική και άλλες διάλεκτοι της Μ. Ασίας» [πηγή: Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα]

info