Μάριος Πλωρίτης

Η «στράτευση»

(αποσπάσματα)

[...]

Οι τρικούβερτοι διαπληκτισμοί γύρω στο πρόβλημα αν «ο διανοούμενος, ο καλλιτέχνης κλπ. πρέπει να είναι στρατευμένος ή όχι», είχαν καταλαγιάσει από καιρό –σίγουρα, επειδή όλοι παραδέχτηκαν, ρητά ή σιωπηρά, πως πρόκειται για ψεύτικο πρόβλημα:

Όλοι –και ιδιαίτερα, όσοι εκφραζόμαστε δημόσια, «προς τον δήμον και δια τον δήμον»– είμαστε στρατευμένοι σε κάποιες ιδέες, σε κάποιες «θέσεις». Και είναι πια κοινός τόπος και κοινή συνείδηση πως ακόμα και όσοι καμώνονται τους αστράτευτους ή τους «απολιτικούς», είναι ουσιαστικά στρατευμένοι στις τάξεις της συντήρησης. Γιατί αυτοί, με τη σιωπή τους, την αποχή τους, την απραξία τους, ανέχονται, δηλαδή παραδέχονται την «καθεστηκυίαν τάξιν» και τάσσονται «έργω» στο πλευρό των Ηρακλέων της και των πολεμίων κάθε «αλλαγής στο καλύτερο».

Και όσο για το «χρέος» των διανοουμένων κλπ. να παίρνουν θέση (κι όχι θέσεις) στα προβλήματα του τόπου τους και του κόσμου, δεν είναι, αυτό, χρέος πανθομολογούμενο του κάθε πολίτη; Και δεν είχαν δίκιο απέραντο οι «πρόγονοί» μας, που θεωρούσαν όσους απείχαν από τα κοινά «όχι φιλήσυχους, αλλά άχρηστους» [«ουκ απράγμονας, αλλ' αχρείους»1] , ου μην αλλά και «αδικητές» απέναντι στο κοινωνικό σύνολο; «Αδικεί πολλάκις ο μη ποιών τι, ου μόνον ο ποιών τι»2. Ένας νόμος του Σόλωνα, μάλιστα, καταδίκαζε σε ατιμία [στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων] εκείνον που «έμενε ουδέτερος στις πολιτικές διενέξεις» [«άτιμον είναι τον εν στάσει μηδετέρας μερίδος γενόμενον»3]. Τόσο πολύ...

Αν, λοιπόν, έχει αυτό το χρέος ο κάθε πολίτης, δεν το έχει πολύ περισσότερο ο διανοούμενος κτλ., που (υποτίθεται ότι) διαθέτει περισσότερη γνώση (ή έστω, γνώσεις) για να κατανοήσει τις πραγματικότητες, περισσότερες ικανότητες να τις ερμηνεύσει, περισσότερους τρόπους για να βοηθήσει τους άλλους να τις αντιμετωπίσουν;

Ποιος θ' αρνηθεί τον ουσιαστικά, βαθιά, «παιδαγωγικό» ρόλο της Τέχνης, που διδάσκει «ήθη και πάθη και πράξεις μεθ' ηδονής»4; Ποιος θα διαφωνήσει με τους Έλληνες (πάλι!), που ονόμαζαν τους ποιητές «διδασκάλους», επειδή «με του νου τη δύναμη και με τις συμβουλές τους, κάνουν τους ανθρώπους καλύτερους στην πολιτεία» [δεξιότητος και νουθεσίας, ότι βελτίους ποιούμεν τους ανθρώπους εν ταις πόλεσιν5]; Ποιος θ' αμφισβητήσει πως οι πνευματικοί και καλλιτεχνικοί δημιουργοί, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, δίνουν στον άνθρωπο μια υψηλότερη και βαθύτερη συνείδηση του εαυτού του και της δύναμής του να μεταμορφώσει την κοινωνία, τη φύση και τον εαυτό του τον ίδιο; 6

[...]

Αν όμως η «στράτευση» στην πλατιά της έννοια, αποτελεί ψεύτικο πρόβλημα, μετατρέπεται ωστόσο σε πρόβλημα αληθινό, απ' την ώρα που «στενεύει», απ' την ώρα που γίνεται στράτευση σ' ένα κόμμα, σε μια παράταξη ή σε μια εξουσία.
Καθώς, μάλιστα, η ρίζα της λέξης είναι ο «στρατός», έρχονται στο νου συνειρμοί όχι και τόσο ευάρεστοι: «διαταγή από πάνω» και «υποταγή των κάτω»... «πειθαρχία» και «πειθαρχείο»... ή άλλα εξίσου τερπνά και ωφέλιμα...

Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι μήπως αυτού του είδους η στράτευση οδηγεί σε τέχνη «κατ' επιταγήν», «καθ' υπαγόρευσιν ή απαγόρευσιν»... σε τέχνη που υποχρεώνεται να συμμορφώνεται με ορισμένες «προδιαγραφές», κομματικές ή κρατικές... σε τέχνη που αναγκάζεται να υπηρετεί ορισμένες σκοπιμότητες, να εξαίρει ό,τι συμφέρει και ν' αποκρύβει ό,τι ενοχλεί, να λέει πράγματα που δεν πιστεύει και να μη λέει ό,τι πιστεύει...

Τότε, όμως, ο διανοούμενος, ο καλλιτέχνης –ενώ είναι, εξ ορισμού, εργάτης και φρουρός της ελευθερίας τους συνόλου, άρα και της δικής τουχάνει την πνευματική του ελευθερία και, συνακόλουθα, δεν μπορεί να «συνδράμει» στη διασφάλιση της ελευθερίας των άλλων... Τότε, εφαρμόζεται κατά γράμμα η σαρκαστική αναφώνηση του Γιουβενάλη «Ποιος θα φυλάξει τους ίδιους τους φύλακες;»12: όχι ποιος θα μας φυλάξει απ' την αυθαιρεσία των φυλάκων μας (όπως εννοούσε ο Ρωμαίος σατιρικός), αλλά ποιος θα φυλάξει τους φύλακές μας από την άνωθεν αυθαιρεσία...

Χρειάζεται, τάχα, να πούμε πως η υποταγή του δημιουργού σε τέτοιες επιταγές θολώνει την όρασή του, νοθεύει την κρίση του, στομώνει την έκφρασή του, φιμώνει την κριτική του για τα «δρώμενα» της παράταξής του και, προπάντων, των προκαθημένων της;

[πηγή: Μάριος Πλωρίτης, Τέχνη, γλώσσα και εξουσία, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1990, σελ. 31-36]

 

1. Θουκυδίδης, Β 43, 4.
2. Μάρκος Αυρήλιος, Εις εαυτόν, Θ, 5.
3. Πλούταρχος, Σόλων, 20.
4. Στράβων, Γεωγραφικά, Βιβλ. Α΄, κεφ. Β΄, 3.
5. Αριστοφάνης, Βάτραχοι, στ. 1008-1010, και υπόθεση Ειρήνης. Ακόμα κι ο πολέμιος του θεάτρου Μάρκος Αυρήλιος ομολογούσε πως η αρχαία κωμωδία είχε «παιδαγωγικήν παρρησίαν» (ό.π., ΙΑ΄, 6). Το ίδιο κι οι συμπατριώτες του έλεγαν πως η κωμωδία «διορθώνει τα ήθη με το γέλιο» [castigat ridendo mores], κι ο Λουκιανός, πως η όρχηση, ο παντομιμικός χορός, «όλως τα ήθη των ορώντων παιδαγωγεί» (Περί ορχήσεως, 72). Αιώνες αργότερα, ο Μολιέρος θα συμπληρώσει, στον πρόλογο του κατατρεγμένου Ταρτούφου του: «Σκοπός της κωμωδίας είναι να διορθώνει τα ελαττώματα των ανθρώπων... Είναι χτύπημα βαρύ για τα ελαττώματα, να τα εκθέτεις στον κοινό περίγελο... Θέλουμε να είμαστε κακοί, αλλά δεν θέλουμε διόλου να είμαστε γελοίοι».
6. «Ένα μεγάλο μέρος απ' τη χαρά που πρέπει να δίνει κάθε τέχνη, είναι η χαρά για τη δυνατότητα της κοινωνίας να κυβερνήσει τη μοίρα του ανθρώπου», έγραφε ο Brecht σε μια σημείωσή του, τον Σεπτέμβρη του 1954. Βλ. John Willett, Brecht on Theatre, Νέα Υόρκη 1964, σελ. 269.
12. «Sed quid custodiet ipsos custodes?»: Σάτιρες, 347.

 

info