Λεξ Μπάννιν (Αυστραλία), «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον (Παραλλαγή σ' ένα θέμα του Κ.Π. Καβάφη)»
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτα, ακούσεις να υψώνονται
ήχοι σπουδαίου θιάσου που αναχωρεί,
μην πεις πως απατήθηκε η ακοή σου
ή πως τη σημασία τους δεν την καταλαβαίνεις,
αλλά πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο και κοίτα:
είναι της αγάπης σου ο θίασος που αναχωρεί
και όλη η συνοδεία της ωραίας της πόλης.
Οπότε μην κλαφτείς, μην βάλεις τις φωνές, κι ούτε
για μια στιγμή μην πεις πως για καλό σου ίσως έγινε,
ή πως ένα όνειρο ήταν, με τέτοια να μη γελασθείς,
αφού εξαίσια ήταν η αγάπη που επήρες,
και τώρα, στο τελείωμα, πρέπει να την αξιωθείς
και θαρραλέος ν' αποχαιρετήσεις
την Αλεξάνδρεια που φεύγει.
Κι ενώ το ξέρεις πως μέλλον, πλούτη, αρετή,
όλα σ' αφήσαν, και τα όνειρά σου βγήκαν όλα πλάνες,
τα μάτια σου να χαμηλώσεις δεν μπορείς ούτε να πας να φύγεις,
αλλά τα παρακολουθείς ώς να χαθούν και πια άλλο δεν βλέπεις,
καθώς θυμάσαι πως είναι εκείνη που αγαπάς,
πως είναι η Αλεξάνδρεια που χάνεις.
μτφ. Άρης Μαραγκόπουλος
[πηγή: Συνομιλώντας με τον Καβάφη. Ανθολογία ξένων καβαφογενών ποιημάτων, επιμ.: Νάσος Βαγενάς, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 84]
|