Ίταλο Καλβίνο, «Aπογευματινό φεγγάρι»

Κανένας ποτέ δεν κοιτάζει το απογευματινό φεγγάρι, κι όμως αυτή είναι η στιγμή που έχει τη μεγαλύτερη ανάγκη του ενδιαφέροντός μας, αφού η ίδια η ύπαρξή του δεν είναι ακόμα βέβαιη. Είναι μια ασπριδερή σκιά που αναδύεται από το έντονο γαλάζιο του ουρανού, ενός ουρανού που αισθάνεται ακόμα πλήρης από το φως του ήλιου· ποιος, αλήθεια, μας βεβαιώνει ότι θα τα καταφέρει και τούτη τη φορά να πάρει μορφή και φωτεινότητα. Είναι τόσο εύθραυστο, χλωμό και λεπτό μονάχα από μια μεριά αρχίζει ν' αποκτά ένα ξεκάθαρο περίγραμμα —μοιάζει με το τόξο του δρεπανιού— ενώ όλο το υπόλοιπο είναι ακόμα βουτηγμένο στο γαλάζιο τ' ουρανού. Είναι σαν μια διάφανη όστια ή σαν μισολιωμένη καραμέλα· μόνο που σ' αυτή την περίπτωση ο άσπρος κύκλος δε διαλύεται αλλά συμπυκνώνεται, σε βάρος μάλιστα των γκριζογάλαζων κηλίδων και σκιών που κανένας δεν καταλαβαίνει αν ανήκουν στη σεληνιακή γεωγραφία ή αν είναι σάλια του ουρανού που ακόμα μουσκεύουν τον πορώδη σαν σφουγγάρι δορυφόρο.

Σ' αυτή τη φάση ο ουρανός είναι ακόμα κάτι το εξαιρετικά συμπαγές και συγκεκριμένο, και δεν μπορεί κανένας να είναι σίγουρος αν αυτή η στρογγυλή και ασπριδερή φόρμα, η ελάχιστα πιο συμπαγής από τα σύννεφα, ξεκολλά από τη συνεχή και εκτεταμένη επιφάνειά του, ή αν αντίθετα πρόκειται για διάβρωση του βασικού ιστού, για ένα ξήλωμα του ουράνιου θόλου, για ένα ρήγμα που αφήνει να διαφανεί το τίποτα των μετόπισθεν. Η αβεβαιότητα εντείνεται από το ακανόνιστο αυτής της φόρμας, που από τη μια πλευρά αποκτά μια οντότητα (εκεί όπου φτάνουν περισσότερο οι ακτίνες του ήλιου) και από την άλλη βραδυπορεί σ' ένα είδος ημίφωτου. Και επειδή τα όρια ανάμεσα σ' αυτές τις δύο ζώνες δεν είναι ξεκάθαρα, η εντύπωση που τελικά αφήνει δεν είναι εκείνη μιας στερεάς επιφάνειας αλλά μιας απεικόνισης σε ημερολόγιο, όπου το άσπρο περίγραμμα του φεγγαριού μόλις και ξεχωρίζει μέσα σ' ένα σκοτεινό κύκλο. Βέβαια, κανείς δε θα μπορούσε ν' αντιτάξει τίποτα αν είχαμε να κάνουμε με το πρώτο τέταρτο φεγγαριού και όχι μ' ένα ολόγιομο —ή σχεδόν— φεγγάρι. Γιατί τέτοιο αποδεικνύεται πως είναι, όσο σιγά σιγά η αντίθεσή του με τον ουρανό γίνεται πιο έντονη και η περιφέρειά του σκιαγραφείται όλο και πιο καθαρά, με μόλις μερικούς μώλωπες προς την ανατολική του άκρη.

Πρέπει όμως να πούμε ότι το γαλάζιο τ' ουρανού έχει στραφεί στο μεταξύ προς το μενεξεδί, προς το μαβί (οι ακτίνες του ήλιου έχουν γίνει κόκκινες), ύστερα από το σταχτύ και φαιό, ενώ η ασπράδα του φεγγαριού ξεπροβάλλει κάθε φορά όλο και πιο αποφασιστική έτσι όπως το φωτεινό τμήμα του κυριεύει σιγά σιγά όλο το στρογγυλό δίσκο. Θα έλεγε κανείς πως όλες οι φάσεις που διανύει σ' ένα μήνα το φεγγάρι, συμπυκνώνονται στο εσωτερικό αυτής της ολόγιομης ή καμπουρωτής σελήνης σε τούτες τις ώρες ανάμεσα στη γέννηση και τη δύση της, με τη διαφορά ότι αυτή η στρογγυλή της φόρμα μένει λίγο πολύ πάντα σε κοινή θέα. Οι κηλίδες εξακολουθούν να υπάρχουν μέσα στον κύκλο και το παιχνίδι ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο αποκτά μια όλο και μεγαλύτερη ένταση σε σχέση με το φέγγος του περίγυρου· τώρα πια δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το φεγγάρι τις ανέχεται πάνω του σαν μώλωπες ή εκχυμώσεις, και κανένας πια δεν μπορεί να τις αντιμετωπίσει σαν διαφάνειες του ουράνιου βυθού, κομμάτια από τη χλαμύδα ενός ασώματου σεληνιακού φαντάσματος.

Βέβαια, δεν είναι ακόμα σαφές αν όσα κερδίζει σε καθαρότητα και (ας το πούμε καθαρά) σε λαμπρότητα οφείλονται σ' αυτή την αργή υποχώρηση του ουρανού ο οποίος όσο περισσότερο απομακρύνεται, τόσο περισσότερο βυθίζεται στο σκοτάδι, ή αντίθετα αν είναι το ίδιο το φεγγάρι αυτό που προχωρά συλλέγοντας το φως που πριν ήταν σκορπισμένο εδώ κι εκεί και άνηκε στον ουρανό, συγκεντρώνοντάς το στο στρογγυλό στόμα της χοάνης του.

Τούτες όμως οι αλλαγές δεν πρέπει να μας κάνουν να ξεχάσουμε ότι στο μεταξύ ο δορυφόρος μετατοπίστηκε στον ουρανό, προχωρώντας προς τα πάνω και δυτικά. Το φεγγάρι είναι το πιο άστατο από τα σώματα του ορατού σύμπαντος, αλλά και το πιο τακτικό όσον αφορά τις πολύπλοκες συνήθειές του: δε λείπει ποτέ από κανένα ραντεβού του και αν καραδοκείς να εμφανιστεί αυτό θα φανεί· αν όμως το αφήσεις σε κάποια θέση θα το ξαναβρείς σε μια άλλη, και αν θυμάσαι το πρόσωπό του γυρισμένο προς μια κατεύθυνση θα το βρεις σε κάποια άλλη στάση περισσότερο ή λιγότερη διαφορετική. Πάντως, όσο παρακολουθείς την πορεία του βήμα προς βήμα, δεν καταλαβαίνεις ότι διαρκώς σου ξεφεύγει. Μονάχα τα σύννεφα δημιουργούν την ψευδαίσθηση μιας τρεχάλας και μιας γρήγορης μεταμόρφωσης, ή μάλλον δείχνουν καθαρά ό,τι εύκολα θα ξέφευγε από το βλέμμα μας.

Το σύννεφο τρέχει από γκρίζο γίνεται φωτεινό και γαλακτερό· είναι νύχτα, ο ουρανός από πίσω έχει γίνει κατάμαυρος, τ' αστέρια έχουν ανάψει, το φεγγάρι είναι ένας μεγάλος εκτυφλωτικός καθρέφτης που πετά. Ποιος θα αναγνώριζε στο πρόσωπό του το απογευματινό φεγγάρι; Τώρα είναι μια φωτεινή λίμνη που αναβλύζει ολόγυρα ακτίνες και διαχέει στο σκοτάδι ένα ψυχρό ασημένιο φωτοστέφανο πλημμυρίζοντας τους δρόμους των νυχτοβατών με άσπρο φως.

Δεν υπάρχει αμφιβολία, αυτή που αρχίζει τώρα είναι μια θαυμάσια νύχτα με χειμωνιάτικη πανσέληνο. Στο σημείο αυτό, σίγουρος ότι το φεγγάρι δεν τον έχει πια ανάγκη, ο κύριος Πάλομαρ γυρίζει στο σπίτι του.

[πηγή: Ίταλο Καλβίνο, Πάλομαρ, μτφ. Ανταίος Χρυσοστομίδης, Αστάρτη, Αθήνα 1985, σ. 41-44]

εικόνα