Γιάννη Ρίτσου, «Βράδι»
Στεγνό το σάλιο στο στόμα της μέρας, στεγνό,
μήτε για να κολλήσεις ένα γραμματόσημο στο δελτάριο της μάνας σου
κι η σκόνη κολλημένη στα νύχια και στα μάτια
όπως η πίκρα στο πετσί της θύμησης.
Ανεβοκατεβήκαμε το βουνό
κουβαλώντας στη ράχη την πέτρα και το θάνατο
κάτω απ’ τη βρισιά και το μαστίγιο,
λογαριάσαμε το νερό και την πέτρα,
τη ζωή και το θάνατο, — συνηθίσαμε,
λιγόστεψε κι ο καημός,
ακόμα κι ο θυμός λιγόστεψε,
μονάχα η απόφαση δε λιγόστεψε.
Ανάμεσα στην αξίνα και στο φτυάρι της νύχτας
ξεκουράζονται οι σύντροφοι
με τα δόντια σφιγμένα,
με τη γροθιά τους για προσκέφαλο.
Από τη συλλογή Πέτρινος χρόνος (1949)
[πηγή: Γιάννης Ρίτσος, Τα επικαιρικά, Κέδρος, Αθήνα 21976, σ. 267]
|