Άντειας Φραντζή, «Ανακοίνωση»

Το ερώτημα που εμείς οι ίδιες διαμορφώσαμε ως θέμα της σημερινής συζήτησης δεν είναι μόνο ρητορικό. Υποδεικνύει, με τον τρόπο του, την αμφισβήτηση με την οποία περιβάλλεται και διατυπώνεται ο όρος αυτός.

Γιατί «γυναικεία ποίηση» ονομάζεται συχνά η υπέρμετρα συναισθηματική έκφραση, που είτε ως πλαδαρή φλυαρία είτε/και ως αμήχανη γραφή υποτίθεται πως διασώζεται από την ειλικρίνεια των αισθημάτων, τα οποία ούτως ή άλλως δεν ελέγχονται ή απλώς παραπέμπουν με αυτονόητο, σχεδόν, τρόπο σε στερεότυπες απόψεις για τις γυναίκες. Ο χαρακτηρισμός αυτός καταλήγει να γίνεται μειωτικός, γιατί, κατά κανόνα, εκφέρεται με κάποια δόση μεγαλόθυμης επιείκιας για τις γυναίκες και υπονοεί τη φράση: για γυναίκα καλή είναι — και αποσιωπάται, όταν ακριβώς θέλει η κριτική να υπογραμμίσει την ποιότητα του έργου μιας γυναίκας, οπότε την συγκρίνει με έργα μεγάλων ανδρών (ποιητών) και αφήνει να εννοηθεί ότι δε γράφει σα γυναίκα. Οι γυναίκες, όταν η κριτική θέλει να τις επαινέσει, γίνονται ρωμαλέες και, όταν θέλει να τις υποσκάψει, γίνονται νάρκισοι.

«Γυναικεία ποίηση» ονομάζεται, επίσης, η ποίηση που επιλέγει τα θέματά της από τον παραδοσιακό ή έστω και από τον αναθεωρημένο σύγχρονο ρόλο της γυναίκας, αν, δηλαδή, μυρίζει κουζίνα ή μπιμπερό, αλλά κι αν είναι μαχόμενη στο φεμινισμό. Αυτή η ευδιάκριτη σχηματοποίηση, που προέρχεται, επίσης, από τις στερεότυπες απόψεις για τις γυναίκες, ενώ περιέχει μεγάλη αλήθεια, δίνει, νομίζω, το πρόσχημα για εύκολες θεματικές κατατάξεις. Πώς θα αντιμετωπίζαμε έναν άντρα που θα διάλεγε το προσωπείο μιας γυναίκας για να γράψει; Ή, επίσης, πώς θα χαρακτηρίζαμε μια γυναίκα που θα διάλεγε το αντρικό;

Χωρίς να μπορούμε — και νομίζω πως ούτε θέλουμε να υποτιμήσουμε τη σημασία των θεματικών επιλογών, πιστεύω πως μια συζήτηση αποκλειστικά και μόνο για τα θέματα, καθώς και για το λογοτεχνικό προσωπείο του αφηγητή, θα μπορούσε να εκτραπεί από το κυρίως ζήτημα. Παρ' όλα αυτά, πρέπει να επισημάνουμε ότι η πρόκληση της σημερινής συζήτησης υποδεικνύει την ανάγκη να αναρωτηθούμε για την καταλληλότητα του όρου «γυναικεία ποίηση» σε σχέση με άλλες διατυπώσεις —όπως «γυναικεία γραφή», «γυναικείος λόγος»— που, κατά κανόνα, εκφέρονται, χωρίς διάκριση και που σχεδόν ποτέ δεν διαφοροποιούνται σημασιολογικά — αν βέβαια κάτι τέτοιο είναι δυνατό ή, έστω, αναγκαίο. Ώς ένα βαθμό πιστεύω πως υπάρχει η δυνατότητα να προσανατολίσουμε τη σκέψη μας σε μια βασική, τουλάχιστον, διάκριση, που για την μεν «γυναικεία γραφή» θα πρέπει να οριστεί ως γλωσσικής τάξεως και για τον «γυναικείο λόγο» ως ιδεολογικής τάξεως.

Το ερώτημα, λοιπόν, που έχει ως θέμα της η σημερινή συζήτηση θέτει, στην ουσία του, ένα επστημολογικό ζήτημα: δηλαδή κατά πόσον το λογοτεχνικό είδος που είναι η ποίηση μπορεί να προσδιοριστεί από το γένος του δημιουργού του, και στην προκειμένη περίπτωση από τη γυναίκα δημιουργό. Είναι, δηλαδή, δυνατόν, να μιλάμε για ποίηση γένους θηλυκού;

Στο σημείο αυτό, βέβαια, θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί γιατί ξεχωρίζουμε από τη συζήτησή μας την ποίηση από την πεζογραφία και γιατί δεν θα ήταν πιο ακριβές αν μιλούσαμε συνολικά για όλα τα είδη του έντεχνου λόγου, και, γιατί όχι, για κάθε μορφή δημιουργικής έκφρασης. Το ερώτημα αυτό δεν είναι μόνο θεμιτό αλλά και εύλογο. Γιατί το κυρίως ζήτημα φωλιάζει ακριβώς στην ανάγκη να προσδιορίσουμε τη γυναικεία ιδιαιτερότητα. Το αρχικό θέμα, λοιπόν, που μεταβάλαμε σε ερώτημα, έχει προκαλέσει ήδη περαιτέρω απορία.

Είναι, πάντως, γεγονός ότι εδώ και είκοσι, «το λιγότερο», χρόνια οι γυναίκες ποιήτριες στον τόπο μας παρουσιάζονται, αριθμητικά αλλά και ποιοτικά, με έργο όχι μόνο ανταγωνιστικό προς αυτό των ανδρών ομοτέχνων τους αλλά κυρίως με έργο που διαφέρει. Η πρώτη εμφανής διαφορά των γυναικών βρίσκεται κυρίως στο γεγονός ότι ακόμη μάχονται, ωσάν να ήσαν μια μειονότητα που ζητά να εκφράσει αλλά και να κατακτήσει τα δικαιώματά της. Και αυτό βέβαια δεν είναι διόλου αποκλειστικότητα της ποίησης. Σχετίζεται με όλα τα σημεία των καιρών, που όχι μόνο στην τέχνη και την επιστήμη αλλά κυρίως στην καθημερινή ζωή παραχωρεί στις γυναίκες με κόπο και αγώνες, σπιθαμή προς σπιθαμή, το ζωτικό τους χώρο.

Αλλά εμείς εδώ μιλάμε για τη «γυναικεία ποίηση» και νομίζω πως δε θα πρέπει να διαφύγει την προσοχή μας ότι κινδυνεύουμε πολλές φορές να ταυτίσουμε τους κοινωνικούς αγώνες με αυτό που συντελείται στο χώρο της τέχνης. Τα δοχεία είναι σαφώς συγκοινωνούντα, αλλά η κίνηση από τα κοινωνικά φαινόμενα στα πολιτισμικά, και ακόμη περισσότερο στα υπαρξιακά, δεν είναι ευθύγραμμη, όσο κι αν κάτι τέτοιο θα μας άρεσε να το υποστηρίξουμε. Αναρωτιέμαι μήπως διατρέχουμε τον κίνδυνο να επανεγγράψουμε με νέους όρους έναν παλαιότερο και εν τέλει αναχρονιστικό προβληματισμό.

Συγκρατώ στο σημείο αυτό μιαν άποψη της Julia Kristeva, η οποία παρατηρούσε ότι η βεβαιότητα της ύπαρξης της γυναίκας είναι σχεδόν τόσο παράλογη και σκοταδιστική όσο και η βεβαιότητα της ύπαρξης του άνδρα. Και η άποψη αυτή είναι κατά τούτο σημαντική. Ότι, δηλαδή, μας επισημαίνει τον παραλογισμό και επομένως την αδυναμία να οδηγηθούμε σε ένα βέβαιο διαχωρισμό. Μας επισημαίνει, επίσης, όχι τόσο το μάταιο του εγχειρήματος όσο το δογματισμό του. Γι' αυτό, λοιπόν, το δικό μου το σχόλιο θα συγκρατηθεί σ' εκείνες μόνο τις παρατηρήσεις που αρχή τους έχουν τη διαφορά, κατάληξή τους όμως την ομοιότητα.

«Ποίηση γράφει κανείς και με το σώμα του», έλεγα πριν από χρόνια σε μία συνέντευξη που είχα δώσει στο περιοδικό Διαβάζω. Σήμερα θα διόρθωνα τη διατύπωσή μου ως εξής: Ποίηση γραφεί κανείς με το σώμα του — γιατί δεν υπάρχει πνεύμα, νους, ψυχή ή όπως αλλιώς να το ονομάσουμε, που να είναι αποχωρισμένο από το σώμα. Δυσκολεύομαι, όμως, πλέον να ξεχωρίσω το θηλυκό από το αρσενικό γένος, το γυναικείο από το ανδρικό γνώρισμα. Δεν γνωρίζω, δηλαδή, με ποιο τρόπο μπορούμε να ξεχωρίσουμε τις λειτουργίες τους. Δε θα μάθω ποτέ πώς νιώθει ένας άντρας, ούτε ένας άντρας θα μάθει ποτέ πώς νιώθει μια γυναίκα. Είμαστε καταδικασμένες στην άγνοια των αισθημάτων και οι δυο πλευρές. Αυτό που γνωρίζουμε μόνο είναι το κυρίαρχο συναίσθημα πως διαφέρουμε από τους άντρες και αυτοί αντιστοίχως το ίδιο ακριβώς γνωρίζουν. Στο σημείο, όμως, αυτής της συνειδητοποίησης συμπίπτουμε, και ακριβώς εκεί πιστεύω πως αρχίζει μια διαδικασία σύγκλισης. Και δεν αναφέρομαι εδώ αποκλειστικά στην όλο και συστηματικότερη κοινωνική σύγκλιση ανδρών και γυναικών αλλά και στη συναισθηματική/υπαρξιακή. Και αν ακόμη επαναφέρουμε τη συζήτηση στον σεξουαλικό διαχωρισμό, πάλι θα υποχρεωθούμε να καταφύγουμε στην αμηχανία των ομολογιών, που καταλήγουν να είναι περιττές και ανοικονόμητες. (Εδώ η σιωπή αντλεί τη δύναμή της από όση γνώση διαθέτουμε των σωμάτων και των απολαύσεων, όπως μας προτρέπει ο Φουκώ).

Υπάρχει, βέβαια, και το θέμα της μητρότητας. Αυτήν αξιωματικά τη διεκδικούν οι γυναίκες. Αλλά και εδώ ακόμη πιστεύω πως η χωριστική συζήτηση πάσχει. Γιατί «γράφει κανείς με το σώμα του» σημαίνει: με αυτό που διαθέτει και με αυτό που στερείται.

Πού οδηγούμε, όμως, με αυτούς τους συντονισμούς;

Μήπως στο ότι ο δημιουργός ή, έστω, το έργο ενός δημιουργού είναι αμφίφυλο; Κάτι, δηλαδή, σαν μία ανανέωση του πλατωνικού ανδρογύνου; Μοιάζει παρακινδυνευμένο αλλά θα αποτολμήσω τη διατύπωσή του: ο προσδιορισμός γένους, όσον αφορά τουλάχιστον τη γέννα της τέχνης, περιέχει όλα όσα είναι, καθώς και όλα όσα δυνάμει μπορεί να είναι, ο δημιουργός.

Όπως με το χρόνο, όπου το παρόν της γραφής εμπεριέχει όλα τα παρελθόντα και τα προσδοκώμενα στο μέλλον, όπως με τον τόπο της γραφής, που εμπεριέχει συγχρονικά όλους τους τόπους καθώς και τον ου τόπο, έτσι πιστεύω πως συμβαίνει και με το γένος της γραφής: περιέχει δυνάμει τον άνδρα και τη γυναίκα, τα θραύσματά τους ή καλύτερα την κοινή τους καταγωγή. Κάτι που με κάνει να σκέφτομαι πάντα την ηλικία της γραφής ως τερατώδη συνδυασμό του απροσανατόλιστου φύλου της ήβης και του υπερπροσανατολισμένου φύλου του γήρατος.

Έτσι κι αλλιώς, αυτό που παράγεται κάθε φορά δεν μπορεί παρά να εκφράσει αποσπασματικά τον κόσμο μας, το υποκείμενο δηλαδή, και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εκφράσει το αμφισβητούμενο, άλλωστε, όλον.

[πηγή: Α. Φραντζή, Κ. Αγγελάκη-Ρουκ, Ρ. Γαλανάκη, Α. Παπαδάκη, Π. Παμπούδη, Υπάρχει, λοιπόν, γυναικεία ποίηση;, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 1990, σ. 53-56]

info