Ναζίμ Χικμέτ, «Φόβος»

Φοβάται ο Αδνάν Μεντερές,
φοβάται τους πεθαμένους.
Κάποιοι έρχονται απ' τα βουνά της Κορέας.
Ντουμανιασμένα τα ορθάνοιχτα μάτια τους
ματωμένα τα στριφτά μουστάκια τους.
Θα 'ναι είκοσι χρονώ.
Φοβάται ο Αδνάν Μεντερές,
φοβάται τους πεθαμένους
και πιο πολύ τα πεθαμένα παιδιά.
Οι κοιλιές τους σα νταούλι, ο λαιμός τους σα σπιρτόξυλο
σπάζουν τα τζάμια της κουζίνας του Αδνάν Μπέη
βγαίνοντας απ' τους τάφους τους κάθε νύχτα.
Φοβάται ο Αδνάν Μπέης,
τους ζωντανούς φοβάται
και πιο πολύ αυτούς με τα τσαρούχια
πιο πολύ αυτούς με την τραγιάσκα.
Αυτοί με την τραγιάσκα δεν ξέρουν να συχωράν τον προδότη.

Φοβάται ο Αδνάν Μεντερές.
Τα πελώρια μάγουλά του
κρέμονται λιγδιασμένα κιτρινιάρικα.
Φοβάται ο Αδνάν Μεντερές.
Ο ύπνος του λιγόστεψε σε τρεις ώρες.
Φοβάται ο Αδνάν Μεντερές.
Δε μοιάζει με κανένα φόβο
ο φόβος εκεινού που ξεπουλάει το λαό του.

1959

[πηγή: Ναζίμ Χικμέτ, Ο νεκρός της πλατείας Μπεγιαζίτ, μτφ. Τάσος Ιορδάνογλου, Ελληνικές Εκδόσεις, Θεσσαλονίκη 1987, σ. 19]

εικόνα