Τάκη Καρβέλη, «Ο Φόβος του Τερματοφύλακα»

Χιλιάδες μάτια σε καρφώνουν. Δύο τα δικά σου.
Τί κι αν σταυροκοπηθείς κι αφήσεις, ανάμεσα από σένα και την μπάλα,
που ρουφάει τα μάτια σου, μικρό σταυρό για φυλαχτό.
Αυτή θ' ακολουθήσει την πορεία της. Εσύ στηλώσου
όσο μπορείς στα πόδια σου. Είσαι το ελάφι που ακροβατεί πάνω στην
τεντωμένη χορδή των νεύρων μας κι εκείνο τρέχει τρέχει μες στο δάσος
και το φοβίζει του ανάλαφρου τρεχαλητού του η αντήχηση.
Θα περάσει; Δεν θα περάσει; Αυτή η αγωνία μάς κρατάει τώρα στη ζωή.
Ομως εσύ σφίξου στον φόβο σου. Πόνταρε ακόμη
στον νόμο των πιθανοτήτων που σ' έχουνε τυλίξει σαν μια τεράστια
αράχνη. Γιατί, νεαρέ μου μονομάχε, ιππότη της νέας μας ζωής, κάθε
κατεύθυνση είναι πιθανή.
Μέχρι την ύστατη στιγμή όλα πουλιούνται κι
όλα παίζονται. Μονάχα ο φόβος δεν πουλιέται και δεν παίζεται. Ο φόβος
της στιγμής αγχόνης που καλπάζει. Ο φόβος να 'σαι μόνος μες στο
γήπεδο αρένα και να σπαθίζουν γύρω σου αναρίθμητα μάτια στιλέτα. Ο
φόβος ν' αντικρίσεις το φόβο σου.

[πηγή: Τάκης Καρβέλης, Δεν είναι ο περσινός καιρός, Στιγμή, Αθήνα 1988, σ. 14]

info