Alphonse de Lamartine, «Το φθινόπωρο»

Χαίρετε, ω δάση, με τη λίγη ακόμα χλόη!
Φύλλα ξερά στο έδαφος πεσμένα!
Ύστατες μέρες όμορφες! Όλα είν' αλόη
και πένθος, που ταιριάζουνε σε μένα!

Είμαι δρομάκι έρημο που κανείς αργοπερνά.
Ποθώ να δω τον ήλιο μας για τελευταία φορά,
έτσι χλωμό κι' αδύνατο απ' τα βάθη ως ξεκινά
και των δασών φέρνει ώς εμέ την τόση συμφορά.

Ναι, σ' αυτές τις μέρες που η φύση μοιάζει να πεθαίνει,
σ' αυτά τα συννεφιάσματα πιότερη βρίσκω χάρη.
Είναι το αντίο του φίλου μου, το τελευταίο γέλιο,
εκείνου που ο θάνατος σε λίγο θάχει πάρει…

Έτσι, έτοιμοι πια ν' αφήσουμε για πάντα τη ζωή,
κλαίγοντας για τις άγονες μέρες μας που χαθήκαν,
ξαναγυρίζω πάλι εδώ, στου πόθου μου τη γη,
και χαίρομαι όλα τα καλά που τώρα με αφήκαν…

Γη, ήλιε και λειβάδια, κι' εσύ γλυκειά, όμορφη φύση,
στην άκρη εδώ του τάφου μου, ένα δάκρυ σάς χρωστάω!
Ο αγέρας όλο άρωμα! το φως λαμπρό στη δύση!
Ωραίος ήλιος! Μελλοθάνατος εγώ που τον κυττάω!

Θάθελα τώρα να στραγγίξω ώς το τέλος
το δισκοπότηρο αυτό από νέκταρ και χολή.
Μπορεί σ' αυτό, που τη ζωή την ίδια θα ρουφούσα,
μια σταγονίτσα μέλι νάμενε θολή!

Μπορεί το μέλλον να φυλάει για με ακόμα
κάποιαν αχτίνα ευτυχίας που δεν έχει χαθεί.
Μπορεί να υπάρχει μέσ' το πλήθος ένα στόμα
ψυχής που μ' ένοιωσε και να μ' αποκριθεί.

Τ' άνθος μαραίνεται σκορπώντας τ' άρωμά του.
Στον ήλιο, στη ζωή, είναι το αντίο τους αυτό.
Κ' εγώ πεθαίνω. Κι' όταν πέσω του θανάτου,
σε σκοπό θλιβερό, μελωδικά, θα εξατμισθώ...

μτφ. Αντιγόνη Γαλανάκη-Βουρλέκη

[πηγή: περ. Νέα Εστία 85, τχ. 1007 (15 Ιουν. 1969) 880 (αφιέρωμα στον Λαμαρτίνο)]

εικόνα