Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκη, «Συνομιλία μ' έναν φοροεισπράκτορα περί ποιήσεως»
Αρχίζεις να σπρώχνεις μια λέξη στο στίχο
κ' η λέξη δε μπαίνει.
Επιμένεις και σπάει.
Η ποίηση — είν' ένα ταξίδι
σ' άγνωστη χώρα.
Η ποίηση — είναι ταυτόσημη
με την παραγωγή ραδίου.
Για μια και μόνο λέξη
λιώνεις χιλιάδες τόννους
γλωσσικό μετάλλευμα.
Όσο πάει αγαπώ λιγότερο
όσο πάει λιγότερο τολμώ
η πιο φρικτή απόσβεση
είναι, η απόσβεση του νου και της καρδιάς.
Όταν ο ήλιος θ' ανατείλει
σαν καλοθρεμμένος κάπρος
σ' ένα μέλλον δίχως αναπήρους και ζητιάνους
εγώ θα 'χω πεθάνει στην ψάθα
μαζί μ' άλλους δυο τρεις του συναφιού μου.
Συντάξτε από τώρα
τον μεταθανάτιο ισολογισμό μου!
Το βεβαιώνω και ξέρω πως δεν πέφτω έξω:
απ' όλους αυτούς
τους σημερνούς καταφερτζήδες
αυτούς που γλείφουνε ποδιές και πλένε στα λεπτά
μονάχα γω θα μείνω βουτηγμένος μες στα χρέη.
Ο ποιητής
μένει πάντοτε χρεώστης
απέναντι στον κόσμο.
Πληρώνει πάντα τόκους και υπερημερίες
για τον πόνο των ανθρώπων.
Μένω χρεώστης
απέναντι στη φωτοχυσία του Μπρόντγουέυ
απέναντι σε σας, σύννεφα της Βαγδάτης
απέναντι στον Κόκκινο Στρατό, στις βυσινιές της Ιαπωνίας
που δεν πρόφτασα ώς τώρα
να τις τραγουδήσω.
1926
[πηγή: Άρης Αλεξάνδρου, Διάλεξα, Εκδόσεις Κείμενα, Αθήνα 1984, σ. 72-73]