Απόστολου Μελαχρινού, «Οι γάμοι του Ήλιου και της Σελήνης»

Ο ΚΑΛΕΣΤΗΣ

Για κάποιο τόπο αλαργινό κινήσαμε και ξένο,
τους γάμους να ετοιμάσουμε του Ήλιου και της Σελήνης.
Κ' εδώ μπροστά μας πρόβαλεν η μαγεμένη χώρα,
σαν ξαφνικό αντιλάμπισμα των ξωτικών ψυχών μας.
Όλα ησυχάζουν ιδεατά, σαν όταν το φεγγάρι
με μάγο μαρμαρώνει φως τη χώρα ενώ κοιμάται.
Και καλεστήν εδιάλεξαν εμένα, που αρμονίζω
μες στην αυλή του Ηλιόρηγα τις ραψωδίες των ρόδων
κι όταν κεντά τις κορυφές με του φωτός τα βέλη,
κρούω τη λύρα και ριγούν από διπλή τρεμούλα.
Και καλεστής εδώ έφτασα για να καλέσω τα όντα,
που γέννησε η αγάπη τους κι ανάθρεψε το φως τους,
να 'ρθουν απ' όπου κρυφοζούν και να με αναδροσίσουν
με ό,τι απαλό κι αχνόδροσο ξεχνόισε η ψυχή τους.

Καλνώ παιδιά ηλιογέννητα, που απ' τα παμπάλαια χρόνια
εβύζαιναν μυστηριακά το φως Τους μες στους μύθους,
σε μεταμόρφωση απαλή και μοσκοαναθρεμμένη,
για να μου μάθουν τους ρυθμούς που κλείνει το τραγούδι,
που αρχίζει από τα λούλουδα και χύνεται μες στ' άστρα,
περνώντας μέσ' απ' τα νερά που μυθικά παφλάζουν,
κ' υμέναιους δένει μυστικούς με τον παλμό της ώρας,
στους φλοίσβους, στα τρεμόφωτα και στα γλυκόπνοα μύρα
κι έτσι ξηγώντας τ' όνειρο που θα Τους στεφανώσει,
θε να ιστορήσω στόλισμα, το άξιο για δώρο του Ήλιου.
Ας τρέμει ο νους ο απάρθενος, πλάσματα μελετώντας,
και σάρκα ας δίνει στους αχούς κι αχνές μορφές στα μύρα.

[πηγή: Απόστολος Μελαχρινός, Τα ποιήματα, επιμ.-εισ. Αγορή Γκρέκου, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1994, σ. 351-352]

εικόνα