Μανόλη Αναγνωστάκη, «Ο Πόλεμος»

Οι δείχτες κοκαλιάσανε κι αυτοί στην ίδια μέρα.
Όλα αργούν πολύ να τελειώσουνε το βράδυ, όσο κι αν τρέχουν γρήγορα οι μέρες και τα χρόνια
Έχει όμως κανείς τις διασκεδάσεις του, δεν μπορείς να πεις· απόψε λ.χ. σε τρία θέατρα πρεμιέρα.
Εγώ, συλλογίζομαι το γέρο συμβολαιογράφο του τελευταίου πατώματος, με το σκοτωμένο γιο, που δεν τον είδα ούτε και σήμερα. Έχει μήνας να φανεί.
Στο λιμάνι τα μπορντέλα παραγεμίσανε από το πλήρωμα των καινούργιων αντιτορπιλικών κι οι μάρκες πέφτουνε γραμμή.

Η θερμάστρα κουρασμένη τόσα χρόνια έμεινε πάλι φέτος σε μια τιμητική διαθεσιμότητα.
«Το πολυαγαπημένο μας αγγελούδι, (εδώ θα μπει το όνομα, που για τώρα δεν έχει σημασία) ετών 8 κτλ. κτλ.»
Στην οδό Αιγύπτου (πρώτη πάροδος δεξιά) τα κορίτσια κοκαλιασμένα περιμένανε από ώρα τον Ισπανό με τα τσιγαρόχαρτα.
Κι εγώ ο ίδιος δεν το πιστεύω αλλά προσπαθώ να σε πείσω οπωσδήποτε, πως αυτό το πράγμα στη γωνιά ήτανε κάποτε σαν κι εσένα. Με πρόσωπο και με κεφάλι.
Οσονούπω όμως, ας τ’ ομολογήσουμε, ο καιρός διορθώνεται και να που στο διπλανό κέντρο άρχισαν κιόλας οι δοκιμές.
Αύριο είναι Κυριακή.

Σιγά σιγά αδειάσανε οι δρόμοι και τα σπίτια, όμως ακόμη κάποιος έμεινε και τρέχει να προφτάσει
Και ρυθμικά χτυπήσανε μια μια οι ώρες κι ανοίξανε πόρτες και παράθυρα μ’ εξαίσιες αποκεφαλισμένες μορφές
Ύστερα ήρθανε τα λάβαρα, οι σημαίες κι οι φανφάρες κι οι τοίχοι γκρεμιστήκανε απ’ τις άναρθρες κραυγές
Πτώματα ακέφαλα χορεύανε τρελά και τρέχανε σα μεθυσμένα όταν βαρούσανε οι καμπάνες

Τότε, θυμάσαι, που μου λες: Ετέλειωσεν ο πόλεμος!

Όμως ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα.
Γιατί κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ!

Από τη συλλογή Εποχές (1945)

[πηγή: Μανόλης Αναγνωστάκης, Τα Ποιήματα. 1941-1971, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 42000, σ. 35-36]

info