Νικηφόρου Βρεττάκου, «Διεθνής Παιδούπολη Πεσταλότσι»
Τα πρόσωπα των παιδιών είναι πατρίδες
φερμένες εδώ απ' τα τέσσερα σημεία της γης
για ένα διάλογο αγάπης. Κοινό το χορτάρι κι ο ήλιος
και τα χέρια που παίζουνε. Βλέπετε αυτά τα παιδιά
που τα μάτια τους είναι γιομάτα ουρανό
και αθωότητα; Είναι οι ίδιοι αυτοί
που σκοτώθηκαν στους πολέμους·
που εξωσμένοι απ' του κόσμου αυτού την αδιαίρετη
σκηνή επαιτήσανε το δικαίωμα
να χαρούνε τη γη που τους γέννησε:
Να κάθονται πάνω της ή να πορεύονται,
να μαζεύουν λουλούδια, να ψαρεύουν στις λίμνες,
να σκάφτουν, να χτίζουν, να θαυμάζουν τον κόσμο
μες απ' των άσπρων τους σπιτιών τα παράθυρα
δίχως φόβο· ασφαλείς και ισότιμοι
απέναντι στη βροχή. Οι ίδιοι που πάλαιψαν
γενναία το αδυσώπητο σκοτάδι
και πέσανε· που έκαμαν
όμορφα όνειρα. Δεν ήτανε διαφορετικά
το γέλιο, τα χέρια, οι κινήσεις τους,
κι όμως σκοτώθηκαν. Τα μάτια τους ίδια
το φως που ζητούσανε.
Κάθε πρωί
που βγαίνει ο ήλιος στην πόλη του Τρόγγεν,
στο χωριό Πεσταλότσι, τα πράγματα είναι
το ίδιο απλά, όπως άλλωστε ήταν πάντοτε
σε τούτο τον κόσμο. Μονάχα πως τα πρόσωπα
εδώ των παιδιών είναι πατρίδες.
Κάθε πρωί, με το ίδιο τραγούδι
και κάτω απ' την ίδια υπόσχεση
αγάπης
όλα μαζί
είναι η Υδρόγειος που προσεύχεται.
[πηγή: Νικηφόρος Βρεττάκος, Τα ποιήματα, Τρία φύλλα, Αθήνα 1981, σ. 280-281]