Γιάννη Ρίτσου, «Ημερολόγιo εξορίας, I» (απόσπασμα)

2 Νοεμβρίου
Ο Μήτσος πήρε σήμερα ένα γράμμα απ’ τη Σκόπελο.
Η Αντιγόνη γράφει: «Το νησιώτικο φθινόπωρο
γέμισε κίτρινα κρινάκια.
Καημένε Μήτσο —λέει— δε θα τα θυμάσαι κείνα τα κρινάκια·
δε σκάμπαζες ποτέ σου από βοτανική».
Ο Μήτσος
σκούπισε τα γυαλιά του, ξαναδιάβασε το γράμμα. Δίπλα του
παρατημένο στις πέτρες το «Εγχειρίδιο Φαρμακολογίας».
Χαμογελάει ο Μήτσος. Βγάζει πάλι τα γυαλιά του. Δεν τα σκουπίζει.

Θέλω να γράψω ένα ποίημα για το Μήτσο
όχι με λέξεις
όλο με κίτρινα κρινάκια.

 

8 Νοεμβρίου
[...]

Παράξενος καιρός — σωστό καλοκαίρι.

Μεγάλες λιακάδες απλωμένες στις γυμνές μυγδαλιές.
Αραιά σύννεφα στο φωτεινό ουρανό σα μεγάλα δελτάρια λογοκριμένα
ΓΡΑΦΕΤΕ ΜΟΝΟ ΔΕΚΑ ΑΡΑΔΕΣ — τ’ άλλα
θα πρέπει να τα βάλουμε στη ναφθαλίνη
θα χρειαστούν μεθαύριο θα χρειαστούν. Τώρα χρειαζόμαστε
φανέλες και μάλλινα τσουράπια μάλλινα γάντια
γιατί απ’ τον τρόπο που κάθουνται οι πέτρες το πρωί
το ’χουμε σίγουρο πως όπου να ’ναι χειμωνιάζει.

[...]

[πηγή: Γιάννης Ρίτσος, Τα επικαιρικά, Κέδρος, Αθήνα 21976, σ. 203-204 & 210]

info