Όσκαρ Ουάιλντ, «Ταξίδι στην Ελλάδα»

Γύρω πανώρηα η θάλασσα με ζαφειρένιο χρώμα
Απάνωθε έκαιγ' ο ουρανός σαν πυρωμένο οπάλι.
Στα φουσκωμένα μας πανιά τ' αγέρι εφύσα αγάλι
Κι επλέαμε ανατολικά προς τις γαλάζιες χώρες.
Κι εγώ ψηλά απ' του καραβιού την πλώρη με λαχτάρα
Όλο και πιο κοντά σ' εμέ κοιτούσα να φαντάζει
Η Ζάκυνθος με κάθε της ελαιώνα, κάθε ρυάκι.
Νά κι η απόκρημνη ακτή προβάλλει της Ιθάκης,
Νά και του Λύκαιου η κορφή λαμποκοπά απ' τα χιόνια,
Νά κι όλοι οι ανθοσκέπαστοι της Αρκαδίας λόφοι…
Τα ιστία που πλατάγιζαν επάνω στο κατάρτι
Ο φλοίσβος του γλυκού νερού στου καραβιού τα πλάγια,
Κι ο φλοίσβος απ' τα ολόχαρα των κοριτσιών τα γέλια
Στου καραβιού την πρύμνη εκεί… Δεν άκουες τίποτ' άλλο.
Κι όταν η Δύση αρχίνησε να καίει —χρυσό καμίνι!—
Κι ο ήλιος κατακόκκινος στα κύματα να πλέει,
Τότε επιτέλους πάτησα το χώμα της Ελλάδος!…

μτφ. Ελένη Ψαρά

[πηγή: Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία, τ. Α', επιμ. Δημ. Γιάκος & Μαν. Γιαλουράκης, Εκδόσεις Αυλός, Αθήνα 1977, σ. 91-92]

εικόνα