Η καλλιέργεια του καπνού στην περιοχή του Αγρινίου άρχισε να αποκτά μεγάλη σημασία για την τοπική οικονομία μετά το 1870 και κυρίως από τις αρχές του 20ου αιώνα με την επέκταση της καπνοκαλλιέργειας λόγω της αυξημένης ζήτησης και των υψηλών τιμών που προσφέρονταν για τα καπνά Αγρινίου, τόσο από την εσωτερική κατανάλωση όσο και από τη διεθνή αγορά. Η μεγάλη ζήτηση οφειλόταν στην εξαιρετική ποιότητα των καπνών, που πρόσφερε η ιδιοσυστασία του εδάφους και μαζί με τα θρακομακεδονικά, που ονομάστηκαν και «ανατολικά» καπνά, θεωρήθηκαν τα καλύτερα της παγκόσμιας παραγωγής.
Τα «τσεμπέλια» των περιοχών Ζαπαντίου, Παραβόλας και Ξηρομέρου αγοράζονταν από τις ελληνικές καπνοβιομηχανίες που είχαν δημιουργηθεί στον Πειραιά, στον Βόλο και τη Θεσσαλονίκη. Οι καλές ποιότητες των καπνών «μυρωδάτα Αγρινίου» αγοράζονταν σε υψηλές τιμές από τις ελληνικές και ξένες καπνοβιομηχανίες της Αιγύπτου, οι οποίες μάλιστα αργότερα εγκατέστησαν μόνιμους αντιπροσώπους στο Αγρίνιο. Η Αιτωλοακαρνανία ακολούθησε τη μεγάλη ακμή του καπνεμπορίου που παρατηρείται σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο την περίοδο 1900-1930, λόγω της διάδοσης του καπνίσματος από τις ανώτερες εισοδηματικές τάξεις στις μέσες κατ τις κατώτερες. Η ανάπτυξη του εξωτερικού εμπορίου έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη και του δευτερογενούς τομέα, της επεξεργασίας, δηλαδή, του καπνού. Η διαλογή, η επεξεργασία και η δεματοποίηση γίνονταν σε μεγάλες καπναποθήκες της πόλης του Αγρινίου, σημαντικότερες από τις οποίες ήταν των αδελφών Παπαστράτου, Παπαπέτρου, Παναγόπουλου, Ηλιού. Σε αυτές εργάζονταν εκατοντάδες εργάτες και εργάτριες, αλλά και αρκετοί πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο.
Το 1911 ιδρύθηκε το σωματείο καπνεργατών «Η Αλληλοβοήθεια», που αποτέλεσε το βασικό κορμό του εργατικού κινήματος της πόλης. Πρωτοστάτησε μάλιστα στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Αγρινίου. Την περίοδο της μεγάλης κρίσης (δεκαετία ’30) οι απεργιακές κινητοποιήσεις απέκτησαν μαζικό και μαχητικό χαρακτήρα ενώ αρκετές φορές συνοδεύτηκαν από αιματηρά γεγονότα.