Το Ωδείο χτίστηκε με ταχύτατο ρυθμό με δαπάνες του Ηρώδη του Αττικού κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ., προς τιμήν της συζύγου του Ασπασίας Αννίας Ρηγίλλης, η οποία πέθανε το 160 μ.Χ.. Ο προορισμός του οικοδομήματος ήταν κατά κύριο λόγο οι μουσικές εκδηλώσεις και για τον λόγο αυτό ονομάστηκε Ωδείο. Η ανάγκη της ανέγερσής του προέκυψε μετά την κατάρρευση του Ωδείου που είχε κτιστεί στο κέντρο της αρχαίας αγοράς της Αθήνας από τον στρατηγό του Αυγούστου, τον Αγρίππα, περί το 15 π.Χ., και εκείνο σε αντικατάσταση του ακόμα παλαιότερου Ωδείου του Περικλή, που είχε πυρπολήσει ο Σύλλας το 85 π.Χ. Ο χώρος που προοριζόταν για το κοινό είχε 32 σειρές από μαρμάρινες κερκίδες και η χωρητικότητά του ήταν της τάξης των 5000 περίπου θεατών. Όπως και στα θέατρα της ρωμαϊκής εποχής, η ορχήστρα είχε ημικυκλικό σχήμα. Το σκηνικό οικοδόμημα βρισκόταν υπερυψωμένο στο βάθος της σκηνής και είχε τρεις ορόφους, δύο εκ των οποίων διατηρούνται μέχρι σήμερα σε ύψος 28 μέτρων. Το ωδείο ήταν στεγασμένο με ξύλινη οροφή από ξύλο κέδρου. Η συζήτηση σχετικά με το Ωδείο, μπορεί να στραφεί γύρω από τη σημασία που φαίνεται να είχαν οι τέχνες την εποχή εκείνη και πώς διάφοροι ευεργέτες έδιναν χρήματα για την ανέγερση κοινωφελών έργων. Η σημασία αποδεικνύεται από το γεγονός της επιμονής στην ύπαρξη ενός Ωδείου στην Αθήνα. Σημαντικό είναι επίσης να συζητηθεί το μέγεθος του Ωδείου, του πλήθους των θεατών που φιλοξενούσε, αλλά και το σχήμα του, που συντελούσε στην ηχητική του απόδοση.