Στη φωτογραφία εικονίζεται αποστακτήριο άγνωστης ιδιοκτησίας, που προέρχεται από τη Σκανδάλη της Λήμνου. Προφανώς πρόκειται για ένα από τα τοπικά ‘λοκαριά’ ή ‘ρακαριά’ του νησιού, όπου παράγεται το λημνιό τσίπουρο και ούζο. Η Λήμνος είναι γνωστή ήδη από τα χρόνια του Ομήρου για την εξαιρετική ποιότητα του κρασιού της (Τότε απ’ την Λήμνον με κρασί πάμπολλ’ αράξαν πλοία …, Ιλιάδας Η στ. 467). Η τέχνη της απόσταξης ξεκινά από την αρχαιότητα: ‘ἄμβιξ –ικος’, πιθανόν και ‘ἄμβυξ –υκος’, όπως επίσης και ‘ἄμβικος (ὁ)’ —σήμερα ‘άμβυκας’— είναι η ονομασία της συσκευής που χρησιμοποιείται για την απόσταξη υγρών, κατά κύριο λόγο ελαίων, οινοπνευματωδών, νερού κτλ. (ονομάζεται και ρακοκάζανο). Αυτή η συσκευή αποτελείται συνήθως από ένα χάλκινο λέβητα, τη ‘σικύα’, που έχει σκέπασμα, και το ‘κέρας’, που συνδέεται με ελικοειδή ψυκτήρα. Η αλκοολούχος πρώτη ύλη που προορίζεται για απόσταξη (στέμφυλα ή στράφυλα ή τσίπουρα, δηλαδή τα υπολείμματα των σταφυλιών που μένουν μετά το πάτημα και την εξαγωγή του μούστου) μαζί με μυρωδικά (γλυκάνισος, μάραθος κ.ά.) τοποθετείται μέσα στο λέβητα. Με θέρμανση το υγρό εξαερώνεται και, φτάνοντας στην άκρη του ψυκτήρα, συμπυκνώνεται και συγκεντρώνεται σε ειδικά δοχεία. Μετά την απόσταξη τα άχρηστα συστατικά παραμένουν στον πυθμένα του λέβητα.