Ο Μενέλαος Λουντέμης ήταν Έλληνας λογοτέχνης που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1912. Το πραγματικό του όνομα ήταν Δημήτρης Βαλασιάδης και προερχόταν από εύπορη οικογένεια της Πόλης που χρεοκόπησε μετά από την εγκατάστασή της στην Ελλάδα. Αναγκάστηκε από τα νεανικά του χρόνια να εργαστεί σκληρά ως λαντζέρης, λούστρος, ψάλτης, δάσκαλος και επιστάτης στα έργα του Γαλλικού Ποταμού (Λουδίας). Από τον ποταμό Λουδία εμπνεύστηκε το φιλολογικό του ψευδώνυμο Λουντέμης. Κατά τη διάρκεια του πολέμου ο Λουντέμης εντάχθηκε στην Αριστερά και έλαβε μέρος στην Αντίσταση. Εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων γνώρισε διωγμούς και εξορίες και γενικά ταλαιπωρήθηκε πολύ στη ζωή του. Το 1956 δικάστηκε για το βιβλίο του “Βουρκωμένες μέρες”, στο οποίο περιγράφει τα βάσανα των εξόριστων. Δυο χρόνια αργότερα κατέφυγε στη Ρουμανία, όπου και έζησε ως τη μεταπολίτευση. Το 1962 του αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1975. Πέθανε στην Αθήνα το 1977, ενώ οδηγούσε, από καρδιακή προσβολή. Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποίησε γύρω στο 1930 με δημοσιεύσεις ποιημάτων και διηγημάτων στο περιοδικό Νέα Εστία. Το 1938 εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων "Τα πλοία δεν άραξαν", για την οποία τιμήθηκε με το Μέγα Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας. Τιμήθηκε επίσης με το βραβείο της Χρυσής Δάφνης Πανευρώπης ( Παρίσι, 1951). Το σύνολο του έργου του καλύπτει όλα σχεδόν τα είδη του γραπτού λόγου (πεζογραφία, ποίηση, δοκίμιο, θέατρο, παιδική λογοτεχνία, μετάφραση κ.α.). Η ρεαλιστική αντιμετώπιση της κοινωνικής πραγματικότητας είναι το κυριότερο χαρακτηριστικό του έργου του. Ο Λουντέμης έγραψε πολλά έργα, κυρίως διηγήματα και μυθιστορήματα. Κάποια από αυτά είναι: “Τα πλοία δεν άραξαν” (1938), “`Εκσταση” (1944), “Γλυκοχάραμα” (1944), “Συννεφιάζει” (1948), “`Ενα παιδί μετράει τ’ άστρα” (1956), “Θυμωμένα στάχυα” (1965), “Βουρκωμένες μέρες” (1953), “Καληνύχτα ζωή” (1946), “Οι κερασιές θ’ ανθίσουν και φέτος” (1956), “Της γης οι αντρειωμένοι” (1976) κ.α.