Η φωτογραφία του 1897 απεικονίζει τη Μονή Βαρλαάμ. Η μονή οφείλει το όνομά της στον ασκητή Βαρλαάμ, ο οποίος πρώτος κατοίκησε τον βράχο το 14ο αι. Η ιστορία της μονής αρχίζει ουσιαστικά από τις αρχές του 16ου αι., όταν στο βράχο εγκαταστάθηκαν και οργάνωσαν το κοινόβιό τους οι Γιαννιώτες αδελφοί Νεκτάριος και Θεοφάνης οι Αψαράδες, γόνοι παλιάς βυζαντινής οικογένειας της Ηπείρου. Οι Αψαράδες το 1518 ανακαίνισαν εκ βάθρων το παρεκκλήσιο των Τριών Ιεραρχών, το οποίο ήταν κτισμένο στη θέση του αρχικού καθολικού της μονής που είχε κτίσει ο Βαρλαάμ, το 1536 κατασκεύασαν τον πύργο βριζονίου και το 1541 έκτισαν το σημερινό καθολικό που είναι αφιερωμένο στους Αγίους Πάντες. Ο Ναός αποτελείται από το Νάρθηκα, τον κυρίως Ναό και το Ιερό Βήμα. Ο Ναός όπως αναφέρει το κτητορικό, κτίστηκε σε 20 ημέρες. Έως ότου τα υλικά να συγκεντρωθούν και να ανέβουν πάνω στο βράχο, χρειάστηκαν περίπου 22 χρόνια. Η πρόσβαση στη Μονή γινόταν με σκαλωσιές που αργότερα αντικαταστάθηκαν με μεγάλες ανεμόσκαλες και με το δίχτυ που το χρησιμοποιούν και σήμερα για τη μεταφορά τροφίμων και υλικών για τη συντήρηση της Μονής. Το 1923 οι μοναχοί σκάλισαν στο βράχο 195 σκαλιά που μας οδηγούν σήμερα με ασφάλεια στην κορυφή του βράχου. Από το 1988 η μονή περιλαμβάνεται στον κατάλογο μνημείων παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς της UNESCO.