Η ελαιογραφία αυτή, φιλοτεχνημένη από τον ζωγράφο Ανδρέα Κριεζή, βρίσκεται στο μουσείο Μπενάκη. Εάν σκεφτούμε ότι ο ζωγράφος πέθανε το 1880, ο Ρήγας, που γεννήθηκε το 1757, πρέπει να ήταν, όταν τον απαθανάτιζε, το μέγιστο είκοσι τριών ετών. Καταγόταν από εύπορη οικογένεια, η οποία υπήρξε από τα θύματα της τουρκικής μανίας. Τα πρώτα του γράμματα λέγεται ότι τα διδάχθηκε από ιερέα του Βελεστίνου και κατόπιν στη Ζαγορά. Στην ηλικία των είκοσι ετών σκότωσε στο Βελεστίνο έναν Τούρκο πρόκριτο, επειδή του είχε συμπεριφερθεί δεσποτικά. Αφού πέρασε από Άγιο Όρος, ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου γνώρισε τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη (παππούς του Αλεξάνδρου Υψηλάντη), που το 1774 ήταν μέγας διερμηνέας του Σουλτάνου. Στην Πόλη διεύρυνε τις σπουδές του στις ξένες γλώσσες. Όταν ο Υψηλάντης έφυγε στο Ιάσιο το 1786 για τη θέση του ηγεμόνα, ο Ρήγας τον ακολούθησε αλλά διαφώνησαν και έτσι έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Μαυρογένη (αδερφός του παππού της Μαντώς Μαυρογένους). Το 1790 ο Μαυρογένης αποκεφαλίστηκε και ο Ρήγας κατέφυγε στη Βιέννη, την οποία έκανε έδρα της επαναστατικής δράσης του μέχρι να στραγγαλιστεί και να ριχτεί στο Δούναβη το 1798. Η προσωπογραφία μπορεί να αξιοποιηθεί στη διδασκαλία της Ιστορίας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και, ειδικότερα, της περιόδου του ελληνικού διαφωτισμού και της ελληνικής επανάστασης.