Στο έργο απεικονίζεται ο ζωγράφος Νικηφόρου Λύτρα. Γεννήθηκε στον Πύργο της Τήνου το 1832 και πέθανε στην Αθήνα το 1904. Σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών (σημερινή Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών) τα χρόνια 1850-56. Θα συνεχίσει τις σπουδές του στο Μόναχο με υποτροφία της Ελληνικής κυβέρνησης τα χρόνια 1860- 1865. Με το γυρισμό του στην Ελλάδα το 1865 θα διοριστεί καθηγητής στην έδρα της Ανωτάτης Ζωγραφικής της καλλιτεχνικής Σχολής του Πολυτεχνείου, δηλαδή του Σχολείου των Τεχνών, όπου θα διδάξει 38 ολόκληρα χρόνια ως τη χρονιά του θανάτου του το 1904. Η πολύχρονη θητεία του ως καθηγητή στη Σχολή Καλών Τεχνών έθεσε τα θεμέλια για την ανάπτυξη της σύγχρονης Ελληνικής ζωγραφικής. Αν και προσκολλημένος πάντα στις αρχές του ακαδημαϊσμού της Σχολής του Μονάχου και ανεπηρέαστος από το ρεύμα των Ιμπρεσιονιστών, εντούτοις προέτρεπε πάντα τους μαθητές του να είναι ανοιχτοί στις νέες τάσεις. Ως καλλιτέχνης και ως δάσκαλος, ο Λύτρας σημάδεψε την πορεία της Νεοελληνικής ζωγραφικής και όπως ο ίδιος ανέφερε : «Η αγάπη προς το ωραίον είναι η γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου». Το έργο του είναι τόσο εκτενές και πολυδιάστατο, που πολύ δύσκολα μπορεί να κατηγοριοποιηθεί. Κυρίαρχο μοτίβο του έργου του αποτελούν οι ηθογραφικοί του πίνακες (είδος στο οποίο θεωρείται εισηγητής), με θέματα της ζωής στο χωριό και την πόλη, που ακτινοβολούν ολόκληρη τη θέρμη και τη φωτεινή του αγάπη για την ελληνική ζωή και το αγνό ελληνικό σπίτι. Από τα πιο γνωστά του έργα είναι: Ψαριανό μοιρολόι, Παιδί που στρίβει τσιγάρο, Η αναμονή, Ο κακός εγγονός, Η κλεμμένη, το Μετά την πειρατείαν, Η αρραβωνιασμένη, Το λιβάνισμα, Η ορφανή, Τα άνθη του επιταφίου, Ο όρθρος, Ο γαλατάς, Το φίλημα, Το αυγό του Πάσχα, Ο μάγκας και Τα κάλαντα.