Η επιστημονική πρόοδος επιτυγχάνεται κυρίως όταν οι επιστημονικοί κλάδοι σπάζουν τα όρια της απομόνωσής τους. Απαιτούνται διεπιστημονικές συμπράξεις για να κατανοηθεί και να ερμηνευθεί ο κόσμος ως σύστημα–όλον. Όμως, τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών δυσχεραίνουν την προσπάθεια των μαθητών να αντιληφθούν το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον στην ολότητά του. Πιο συγκεκριμένα, θεωρείται αναποτελεσματική η πρακτική της απόλυτης οργάνωσης της σχολικής γνώσης σε κατακερματισμένα, ανεξάρτητα και αποκομμένα μεταξύ τους σχολικά μαθήματα, τα οποία αντανακλούν τον τρόπο οργάνωσης της επιστημονικής γνώσης στον πανεπιστημιακό χώρο. Η παραδοσιακή αυτή προσέγγιση καθιστά τη σχολική γνώση αποσπασματική, αφηρημένη και άσχετη με τα βιώματα των παιδιών Πράγματι, από ερευνητικά δεδομένα προκύπτει ότι οι μαθητές, μαθαίνουν τέλεια την επιστημονική ορολογία, μαθαίνουν να αναπαράγουν τη γνώση που διδάχθηκαν στο σχολείο και να απαντούν στις ερωτήσεις του δασκάλου. Εκτός σχολείου, ωστόσο, συνεχίζουν να χρησιμοποιούν τις παλιές αντιλήψεις, ενώ η καινούργια γνώση παραμένει αδρανής. Αδρανής θεωρείται ότι είναι η γνώση που είναι προσιτή μόνο σε περιορισμένες περιστάσεις, αν και δυνητικά θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε πολύ περισσότερες. Η αδρανής γνώση είναι ένα φαινόμενο που προκύπτει από αδυναμία μεταφοράς γνώσεων, καθώς η τυπική γνώση που αποκτάται στο σχολείο δε συνδέεται με τις περιστάσεις της καθημερινής ζωής με τις οποίες είναι σχετική. Απάντηση στην παραπάνω προβληματική μπορεί να προσφέρει ένα διεπιστημονικό πρόγραμμα σπουδών, καθώς παρέχει μια ολιστική άποψη για τη μάθηση, εφόσον οι μαθητές ασχολούνται περισσότερο με τη γενική εικόνα παρά με κατακερματισμένα τμήματα. Ως εκ τούτου, διεπιστημονικά προγράμματα σπουδών, τα οποία χρησιμοποιούν τα διακριτά μαθήματα ως πλαίσια οργάνωσης της σχολικής γνώσης και ταυτόχρονα επιχειρούν να συσχετίσουν το περιεχόμενό τους, εκλαμβάνονται ως εγγύτερα στα βιώματα των παιδιών και στη διαδικασία με την οποία οι μαθητές οικοδομούν τη γνώση.