Το Βενζόλιο

Το βενζόλιο (benzene) είναι οργανική ένωση με μοριακό τύπο C6H6 και είναι φυσικό συστατικό του αργού πετρελαίου (1-5%). Είναι ένα εξαιρετικά εύφλεκτο υγρό με χαρακτηριστική οσμή "βενζίνης" και αρκετά πτητικό.

Η καρκινογόνος και μεταλλαξιγόνος δράση του βενζολίου, γνωστή εδώ και πολλές δεκαετίες, καθιστά επικίνδυνη τη μακροχρόνια έκθεση σε υψηλές συγκεντρώσεις ατμών του σε εργασιακούς χώρους. Ωστόσο, το βενζόλιο χρησιμοποιείται ευρύτατα ως βιομηχανικός διαλύτης καθώς και ως πρώτη ύλη για την παραγωγή πλήθους ενώσεων (πλαστικών, ελαστικών, χρωμάτων, φαρμάκων).

Το βενζόλιο προστίθεται σε μικρές αναλογίες στα καύσιμα μηχανών εσωτερικής καύσης για να βελτιώσει την ποιότητά τους (αύξηση του αριθμού οκτανίων), ιδιαίτερα μετά την κατάργηση του αντικροτικού τετρααιθυλιούχου μολύβδου, που δεν ήταν πλέον συμβατός με τους καταλύτες καθαρισμού των καυσαερίων.

Χημική δομή του βενζολίου

Από τα μέσα του 19ου αιώνα οι χημικοί γνώριζαν πλέον ότι ο ορθός μοριακός τύπος του βενζολίου ήταν C6H6. Η σχετικά μικρή αναλογία Η:C οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για "ακόρεστη" ένωση με συστήματα διπλών ή τριπλών δεσμών. Ωστόσο, το βενζόλιο δεν έδινε τις από τότε γνωστές αντιδράσεις προσθήκης που χαρακτήριζαν τις ακόρεστες ενώσεις.

KekuleΤο 1872, ο Kekulé για να ερμηνεύσει την απουσία δύο μορφών των 1,2-διπαραγώγων τροποποίησε την αρχική του υπόθεση. Διατύπωσε την άποψη ότι οι απλοί και οι διπλοί δεσμοί του βενζολίου δεν είναι στατικοί, αλλά "ταλαντώνονται" αλλάζοντας συνεχώς τις θέσεις μεταξύ τους. Τελικά, η θεωρία του Kekulé για τη δομή του βενζολίου επικράτησε και οδήγησε στην υιοθέτηση ανάλογων τύπων για όλες τις αρωματικές ενώσεις.

Βενζόλιο

Χρήσεις του βενζολίου

Το βενζόλιο χρησιμοποιείται ως διαλύτης σε πολλές χημικές διεργασίες, αν και τα τελευταία χρόνια έχει αντικατασταθεί από άλλους διαλύτες λόγω της τοξικότητας και της καρκινογόνου δράσης του.

Αποτελεί την πρώτη ύλη ή την ενδιάμεση χημική ένωση για την παρασκευή πλήθους αρωματικών ενώσεων όπως: στυρόλιο, φαινόλη, νιτροβενζόλιο και ανιλίνης, αλκυλοβενζόλια, χλωροβενζολία, αλλά και μη αρωματικών ενώσεων, όπως το κυκλοεξάνιο. Με τη σειρά τους αυτές οι χημικές αυτές ενώσεις χρησιμοποιούνται στη χημική βιομηχανία για την παραγωγή μια αφθονίας υλικών και ουσιών όπως: πλαστικά, ρητίνες, χρώματα, εντομοκτόνα, φαρμακευτικά προϊόντα κ.λπ.

Προβλήματα στην υγεία των εργαζομένων

Οι πρώτες έρευνες για την επίδραση του βενζολίου στην υγεία του ανθρώπου, αφορούσαν εργαζόμενους στις χημικές βιομηχανίες που εκτίθονταν σε υψηλές συγκεντρώσεις (λόγω της πτητικότητάς του) και για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Εισπνοή μεγάλων ποσοτήτων ατμών του για σύντομο χρονικό διάστημα του προκαλεί ζάλη, ταχυκαρδία, πονοκέφαλο, εμετό και σπασμούς. Το βενζόλιο εισέρχεται στον οργανισμό κυρίως μέσω της εισπνοής των ατμών του και δευτερευόντως μέσω της απορρόφησής του από το δέρμα.

Το κάπνισμα για τους καπνιστές αποτελεί την κύρια πηγή πρόσληψης βενζολίου.

Το εισπνεόμενο βενζόλιο περνάει στην κυκλοφορία του αίματος. Το βενζόλιο συσσωρεύεται σε λιπώδεις ιστούς και στον μυελό των οστών. 'Εχει βρεθεί ότι το κάπνισμα ενός τσιγάρου απελευθερώνει 50 έως 150 μg βενζολίου. Στις ΗΠΑ, σε εθνική βάση, έχει εκτιμηθεί ότι το κάπνισμα αποτελεί το 89% της έκθεσης σε βενζόλιο μεταξύ των καπνιστών και το παθητικό κάπνισμα για το 10% της έκθεσης σε βενζόλιο για τους μη καπνιστές.

Το βενζόλιο είναι γνωστό ως καρκινογόνο του αιμοποιητικού συστήματος, αυξάνει τον κίνδυνο για λευχαιμία, λεμφογενή λευχαιμία και μυελογενή λευχαιμία. Πειράματα με πειραματόζωα έδειξαν ότι το βενζόλιο μπορεί να διαπεράσει τον πλακούντα. Η νόσος που συνδέεται άμεσα με χρόνια δηλητηρίαση από το βενζόλιο είναι η απλαστική αναιμία, κατά την οποία ο μυελός των οστών παύει να παράγει αρκετά ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια και αιμοπετάλια. Ο ασθενής αισθάνεται συνεχώς κόπωση, λόγω των λίγων ερυθρών αιμοσφαιρίων, παθαίνει εύκολα λοιμώξεις και αιμορραγίες λόγω των ανεπαρκών λευκών αιμοσφαιρίων και αιμοπεταλίων, αντίστοιχα.